Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας

gikas.jpg

Μετά τη μικρασιατική καταστροφή, οι Έλληνες νιώθοντας απομονωμένοι, επιδίωξαν σαφή περιχαράκωση των εθνικών τους χαρακτηριστικών.

Οι καλλιτέχνες της γενιάς του ΄30, κλήθηκαν να αναδείξουν, την πολιτιστική αξία της ελληνικότητας, ως ένδειξη διαφοροποίησης, από τους δυτικοευρωπαίους, αλλά και από τους καλλιτέχνες της Ανατολής.

Αρχικά, ο στόχος προσεγγίστηκε μέσω του βυζαντινού παρελθόντος, και της ανάδειξης της νεοελληνικής λαϊκής τέχνης και παράδοσης. Στην ελληνοκεντρική μεταπολεμική τέχνη, ως πρότυπο συνέβαλε, η δυτικοευρωπαϊκή, ακαδημαϊκή, μοντέρνα τέχνη.

Το καινοτόμο έργο του Γκίκα, παρουσίαζε επιρροές δυτικοευρωπαϊκών ρευμάτων, με κυβιστική αντίληψη, (καλλιτεχνικό ρεύμα που αποτύπωνε διάφορες γωνίες της εικόνας, διαιρώντας την κι επανασυνθέτοντάς την) αλλά και σαφείς αναφορές στην κλασική ελληνική τέχνη.

ghika_2.jpg

Ο Ν. Χατζηκυριάκος-Γκίκας στην Αθήνα, το 1912-13

Σταδιακά, ο ελληνοκεντρικός μοντερνισμός, εκλαϊκεύτηκε, και ταυτίστηκε με την οικεία ελληνική όψη τη δημόσια αντίληψη της οποίας εξέφραζε ο συγκεκριμένος ζωγράφος.

Ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, γεννήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου του 1906 στην Αθήνα, με υδραίικη και ψαριανή καταγωγή, και σε μικρή ηλικία έλαβε μαθήματα ζωγραφικής από τον Κωνσταντίνο Παρθένη.

Το 1922 μεταβαίνει στη Γαλλία, για σπουδές γαλλικής φιλολογίας και αισθητικής, αλλά και ζωγραφικής και χαρακτικής στην Ακαδημία Ρανσόν, με δασκάλους τον Μπισιέρ και τον Γαλάνη.

Το 1927, παρουσιάζει ατομική έκθεση στο Παρίσι, και το 1928, έχοντας αφομοιώσει στοιχεία των Ματίς, Ντεραίν, Μπράκ και Πικάσο, επιστρέφει στην Αθήνα, όπου παρουσιάζει τα πρώτα ιδιώματα της παριζιάνικης τέχνης. Το 1930, επιστρέφει στο Παρίσι, διατηρώντας ενεργή συμμετοχή στην καλλιτεχνική ζωή του για πέντε ακόμα χρόνια.

Το 1935, επιστρέφοντας στην Ελλάδα, συμμετέχει στην έκδοση του περιοδικού “Το Τρίτο Μάτι”, και επισκευάζει την οικία της οικογενείας του, στην Ύδρα. Εκεί δημιουργεί τον ελληνικό φωτοτροπικό κυβισμό.

gikas_0.jpg

Ασχολείται με τη σκηνογραφία, και την ενδυματολογία θεατρικών έργων και μπαλέτων, και με την εικονογράφηση, και τη συγγραφή βιβλίων, ενώ το 1941, αποκτά έδρα που διατηρεί έως το 1952, στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, ως καθηγητής του ελεύθερου σχεδίου.

Το 1961, το σπίτι της οικογενείας Γκίκα στην Ύδρα, καταστρέφεται από πυρκαγιά, παίρνοντας μαζί του σημαντικό αριθμό έργων του ζωγράφου. Από το 1972, υπήρξε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, και από το 1985, επίτιμο μέλος στη Βασιλική Ακαδημία Τεχνών του Λονδίνου. Τα έργα του φιλοξενούνται σε ιδιωτικές συλλογές, πινακοθήκες και μουσεία, ανά τον κόσμο. Πέθανε στις 3 Σεπτεμβρίου του 1994, στην Αθήνα.

Η Ύδρα ήταν συχνά πηγή έμπνευσης, του Γκίκα. Στη δεκαετία του ’30, τα έργα του, παρουσιάζουν επιρροές από το φοβισμό (κίνημα ομάδας καλλιτεχνών που απελευθέρωσαν την απόδοση του χρώματος από την πραγματικότητα), και οι συνθέσεις του βασίζονται στο χρώμα.

Η γεωμετρικότητά του, αναπτύσσεται σε ζώνες και επίπεδα χρώματος, που δίνουν δομή χωροπλαστική, και οδηγούν στη λυρική απόδοση της πραγματικότητας. Οι όψεις των έργων του, παρουσιάζουν χρονική αλληλουχία, κι ενώ κρατάει περιορισμένη την κλίμακα των χρωμάτων, διαμορφώνει με αυτά ένα δομικό σύστημα.

68166_2000_2000.jpg

«Αναμνήσεις από την Ύδρα»

Ο πίνακας «Αναμνήσεις από την Ύδρα», έχει χρώματα τοπικού χαρακτήρα, που φαντάζουν ανάγλυφα, δίνοντας ρευστή, οργανική όψη στα σχήματα,προσδιορίζοντας την προοπτική του βάθους. Λιτοί τόνοι, περιγράφουν εικονιστικά τα μοτίβα, μεταφέροντας τον θεατή νοερά στο τοπίο, με επίκεντρο τα μικρά κυβόσχημα κτήρια της λαϊκής αρχιτεκτονικής του νησιού.

Τα θέματα είναι γεωμετρικά οργανωμένα, ενώ τα μοτίβα, αναπτύσσονται στον χώρο ακολουθώντας μια μουσική αρμονία, της οποίας η ένταση αυξάνεται από κάτω προς τα πάνω. Υπάρχει συγχώνευση μεταξύ των θεμάτων, ενώ τα πολλαπλά επίπεδα είναι αλληλοαναιρούμενα, και οργανωμένα κατά ύψος, με ανάλογη επιλογή στην προοπτική.

Στο «Μεγάλο τοπίο της Ύδρας», ο Γκίκας, αποτυπώνει τη γεωμετρία του νησιού, τις γραμμές των μαντρότοιχων, και των σκαλοπατιών. Τα τείχη παραπέμπουν σε εικόνες βυζαντινές, συναρμολογημένες με το παραδοσιακό, το φυσικό, και το αρχιτεκτονικό τοπίο της Ύδρας, που όμως θυμίζει  Μπρακ και  Πικάσο.

115372.jpg

«Μεγάλο Τοπίο της Ύδρας», 1938

Σύμφωνα με τον Ελύτη, ακόμα και στις πιο ξεκάθαρες συνθέσεις του Γκίκα, υποβόσκει ένα οικείο μυστήριο.

Ο φωτοτροπικός κυβισμός του, είναι διάχυτος στα δύο παραπάνω έργα, και συνδυάζεται με το υδραίικο τοπίο.

Με σεβασμό στο αντικείμενο, συνδέει την αρχαιοελληνική συνθετική αρχή, με το καθαρό περίγραμμα, και χωρίς αναλυτικές προθέσεις, καταλήγει σ’ ένα αποτέλεσμα μετακυβιστικό. Τα αντικείμενα παρότι νατουραλιστικά, έχουν υποστεί μικροτεμαχισμό, που προσθέτει στη σύνθεση, ρυθμική κίνηση. Οι εικόνες νοσταλγικές, ρομαντικές, με φωτεινά χρώματα.

Η σύνθεση γεμάτη από ελληνική παράδοση, λυρισμό, ποίηση, γεωμετρία, αρμονία, και καθαρότητα σε όγκους και γραμμές.

Στο έργο του Νύχτα στο λιμάνι της Ύδρας, το σκοτάδι επιδρά πάνω στο φυσικό και αρχιτεκτονικό τοπίο του νησιού. Τα χρώματα αλλάζουν, τα σχήματα μεταβάλλονται, πολλαπλασιάζονται, στρογγυλεύουν και πυκνώνουν.

,ξμλκ.jpg

“Νύχτα στο λιμάνι της Ύδρας”, Λάδι σε καμβά, 0,72 x 0,98 m, 1967

Μαύρο και γκρι ή γκριζογάλανο και υπόλευκο στις λάμψεις φωτός που διαχέονται από τα αντικείμενα και τη φύση, κυριαρχούν στον πίνακα. Κηλίδες και αυλάκια από στροβιλιζόμενα χρώματα και γραμμές δημιουργούν ατέλειωτα πεδία ροής, αντανακλώντας την προσέγγιση του Γκίκα στον σιναϊαπωνικό κώδικα γραφής.

Η χρωματική αφαιρετική καθορίζει την επιβλητικότητα της νυχτερινής όψης του νησιού, ένα έργο που ανήκει στην τελευταία σειρά του Χατζηκυριάκου Γκίκα με θέμα την Ύδρα.

Επτά χρόνια μετά την καταστροφή του σπιτιού του ο Γκίκας επέστρεψε στην Ύδρα και αποτύπωσε την όψη αυτή του τοπίου, για να κλείσει μια καλλιτεχνική πορεία τριαντατεσσάρων ετών εκεί όπου την ξεκίνησε.

Τη δεκαετία του '80, το έργο του η Λαϊκή Αγορά, μια μεγάλη σύνθεση (50m Χ 2,5m), αποτέλεσε μια από τις πιο αξιοσημείωτες ολοκληρωμένες προσπάθειες της μοντέρνας ζωγραφικής με θεματογραφία που παρουσιάζει το έπος του καθημερινού βίου.

Ο Γκίκας με ζωγραφικό λυρισμό και κυβιστική εκδοχή, διατηρεί την πραγματικότητα, ακόμα κι όταν λειτουργεί αφαιρετικά και επίπεδα. Οι επιρροές που έλαβε ο ζωγράφος από τις τάσεις της σχολής του Παρισιού, άνοιξαν το δρόμο για την αφαίρεση στη ζωγραφική τέχνη.  Ο κυβισμός του Γκίκα όμως, δεν ταυτίζονταν με το νεωτεριστικό πνεύμα των δυτικοευρωπαίων καλλιτεχνών, ούτε ακολούθησε τις φάσεις της εξέλιξής του.

Κείμενο: Πηνελόπη Ν. Δάλλη

Πηγές:

  • Γκιώνη Β. 2017, Ο Νίκος Χατζηκυριάκος Γκίκας και η Ύδρα, Hydra News

  • Κ. Ρουμπέκα, 2010, Artmagazine

  • Παπανικολάου Μ, Η Ελληνική Τέχνη του 20ού Αιώνα, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2006

  • Δασκαλοθανάσης κ.ά, Τέχνες Ι: Ελληνικές Εικαστικές Τέχνες, Επισκόπηση Ελληνικής Αρχιτεκτονικής και Πολεοδομίας: Νεότερη και Σύγχρονη Τέχνη, ΕΑΠ, Πάτρα 2000

  • Μαστροπαύλος, 2015: Ύδρα, με το βλέμμα των ζωγράφων, ΒΗmagazino