Η ποίηση του Κώστα Καρυωτάκη

Τηλεοπτική σειρά εποχής με θέμα τη ζωή του ποιητή Κώστα Καρυωτάκη

Οι λογοτέχνες της δεκαετίας του ‘20, που έχουν χαρακτηριστεί μεταξύ άλλων και ως εκφραστές «της φυγής», γενικά διακατέχονταν από έναν διάχυτο πεσιμισμό, οφειλόμενο κυρίως στο κλίμα απόγνωσης της εποχής του μεσοπολέμου, και της διάψευσης των ελληνικών προσδοκιών, κατόπιν της αποτυχίας της Μεγάλης Ιδέας.

Το προσφυγικό ζήτημα που ανέκυψε μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, είχε ως επακόλουθο σοβαρότατα πολιτικοκοινωνικά και ιδεολογικά προβλήματα, τα οποία επηρέασαν αρνητικά τον ήδη εξαντλημένο απ’ τους πολέμους, ελληνισμό.

Σ’ αυτό το κλίμα, και εν τω μέσω έντονης πολιτικής αστάθειας και κυβερνητικής κρίσης, ο Καρυωτάκης ως ο αντιπρόσωπος της εποχής του, ευρισκόμενος  σε περιβάλλον που βρίθει από εικόνες ήττας, θανάτου, προσφυγιάς και φτώχειας, γράφει το ποίημα «Θέλω να φύγω πια από δω», εκφράζοντας το υπαρξιακό του άγχος, και απορρίπτοντας την υπαρκτή πραγματικότητα.

Έχοντας ήδη συνειδητοποιήσει την τραγικότητα του κόσμου που τον περιέβαλλε, ανατρέχει στον υπερβατικό συμβολισμό προσπαθώντας να αποδώσει μια ιδεατή πραγματικότητα η οποία είναι διάχυτη στην ποίησή του:

kariotakis.jpg

Θέλω να φύγω πια από δω, θέλω να φύγω πέρα,
σε κάποιο τόπο αγνώριστο και νέο,
θέλω να γίνω μια χρυσή σκόνη μες στον αιθέρα,
απλό στοιχείο, ελεύθερο, γενναίο.

Σαν όνειρο να φαίνονται απαλό και να μιλούνε
έως την ψυχή τα πράγματα του κόσμου,
ωραία να ’ναι τα πρόσωπα και να χαμογελούνε,
ωραίος ακόμη ο ίδιος εαυτός μου.

Μελοποιημένο το “Θέλω να φύγω πια από δω από τους: Γιάννη και Χάρη Μιχαηλίδη

Σκοτάδι τόσο εκεί μπορεί να μην υπάρχει, θεέ μου,
στη νύχτα, στην απόγνωση των τόπων,
στο φοβερό στερέωμα, στην ωρυγή του ανέμου,
στα βλέμματα, στα λόγια των ανθρώπων.

Να μην υπάρχει τίποτε, τίποτε πια, μα λίγη
χαρά και ικανοποίηση να μένει,
κι όλοι να λένε τάχα πώς έχουν για πάντα φύγει,
όλοι πως είναι τάχα πεθαμένοι.

Το συγκεκριμένο ποίημα χαρακτηρίζεται από την  τάση φυγής που διακατέχει τον Καρυωτάκη σε αρκετά από τα ποιήματά του, και παρότι αναφέρεται στον θάνατο, εκφράζει μάλλον τον πόθο του για τη ζωή αλλά σ’ ένα κόσμο διαφορετικό απ’ αυτόν που βιώνει

Ο Καρυωτάκης αντιπαραθέτει στη ζοφερή πραγματικότητα, έναν φανταστικό ιδανικό κόσμο. Εκφράζει την άρνησή του απέναντι στην πραγματικότητα που τον περιβάλλει, και αναζητά τη λύτρωση σε έναν ιδεατό κόσμο μεταβαίνοντας σε μία υπερβατική, ενδεχομένως ουτοπική πραγματικότητα.

Το “Θέλω να φύγω πια από εδώ” σε μουσική του Θανάση Γκαϊφύλλια

Από το ποίημα αυτό που απουσιάζει ο τίτλος, η εικόνα της νύχτας συνδέεται με τον θάνατο, ενώ παρουσιάζεται ένας ονειρικός κόσμος ως εναλλακτική στον πραγματικό, με τη στάση του ποιητή απέναντι στην πραγματικότητα να είναι απορριπτική.

Διαφορετικού ύφους και περιεχομένου είναι ένα άλλο ποίημα του καρυωτακικού ρεαλισμού, με τίτλο «Σταδιοδρομία», το οποίο ανήκει στη φιλολογική θεματική κατηγορία του, όπως την είχε ορίσει ο Τέλος Άγρας, καθώς αναφέρεται κυρίως στην κοινωνική θέση και τη συμπεριφορά των ανθρώπων των γραμμάτων:

Το ποίημα “Σταδιοδρομία” σε μουσική Κώστα Τελάκη

Τη σάρκα, το αίμα θα βάλω
σε σχήμα βιβλίου μεγάλο.

«Οι στίχοι παρέχουν ελπίδες»
θα γράψουν οι εφημερίδες.

«Κλεαρέτη Δίπλα – Μαλάμου»
και δίπλα σ’ αυτό τ’ όνομά μου.

Την ψυχή και το σώμα πάλι
στη δουλειά θα δίνω, στην πάλη.

Αλλά, με τη δύση του ηλίου,
θα πηγαίνω στου Βασιλείου.

Εκεί θα βρίσκω όλους τους άλλους
λογίους και τους διδασκάλους.

Τα λόγια μου θα’ χουν ουσία,
η σιωπή μου μια σημασία.


Θηρεύοντας πράγματα αιώνια,
θ’ αφήσω να φύγουν τα χρόνια.

Θα φύγουν, και θα ‘ναι η καρδιά μου
σα ρόδο που επάτησα χάμου.

Στο ποίημα αυτό ο Καρυωτάκης αφηγείται συμπυκνωμένα την πορεία και την καθημερινότητά του ως ποιητής ανάμεσα στους άλλους σύγχρονούς του ποιητές. Δηλώνει την επιθυμία του να αφιερωθεί στο έργο του με όλες τις δυνάμεις του ελπίζοντας να λάβει ανταμοιβή μέσω της αναγνώρισής του.

Η “Σταδιοδρομία“ σε μουσική Λάμπη Δαμαλά και Γιάννη Προμπονά

Σκοπεύει να αγωνίζεται «ψυχή τε και σώματι» στην καθημερινή βιοπάλη προκειμένου στον ελεύθερο χρόνο του να μπορεί να νιώθει μέλος της «ποιητικής κοινότητας» μέσω των επισκέψεών του σε κάποιον εκδοτικό οίκο.

Η πολυπόθητη αναγνώριση όμως δεν πρόκειται να έρθει όσο σκληρά κι αν εργαστεί, καθώς απαραίτητη προϋπόθεση επιτυχίας αποτελούν οι δημόσιες σχέσεις και οι συντεχνιακές συναναστροφές με τους λόγιους κύκλους αλλά και η υιοθέτηση του τρόπου συμπεριφοράς των μελών αυτών των κύκλων.

Σκεπτόμενος όμως και προγραμματίζοντας όλα τα παραπάνω συνειδητοποιεί πως ακόμα κι αν επιτύχει το στόχο, το αντάλλαγμα που καλείται να δώσει θα είναι μεγάλο αφού για χάρη τους θα έχει θυσιάσει χρόνια απ’ τη ζωή του, σπαταλώντας την ευκαιρία να ζήσει όλα αυτά που ποθεί η καρδιά του.

Στο ποίημα αυτό αυτοσαρκαζόμενος ο Καρυωτάκης μεταφέρει τη ματαιόδοξη αντίληψή του για την ποιητική «σταδιοδρομία» των ποιητών, δικαιολογώντας έτσι και τον τίτλο του ποιήματος.

Η άποψη του Άγρα σχετικά με τον κεντρικό πυρήνα της θεματικής του Καρυωτάκη, δικαιολογείται απόλυτα διαβάζοντας αυτό το ποίημά του. Ο Καρυωτάκης περιγράφει «το κυνήγημα του ιδανικού» και τον «πόθο» αλλά και την «πλάνη» και την «απογοήτευση» που ακολουθούν.

Παρούσα είναι και η θεματοποίηση της «διάστασης ανάμεσα στις επιθυμίες και τις ψυχικές διαθέσεις» του σε αντιδιαστολή με την «περιβάλλουσα αντικειμενική πραγματικότητα».

Κείμενο: Πηνελόπη Ν. Δάλλη

Πηγές:

  • Βαρελάς Λάμπρος κ.ά., Nεότερη Eλληνική Λογοτεχνία (19ος και 20ός αιώνας), EAΠ, Πάτρα 2008.

  • Χριστίνα Ντουνιά, Κ.Γ. Καρυωτάκης. Η αντοχή μιας αδέσποτης τέχνης, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 2000.

  • Μηχανή του χρόνου

  • Αρχείον της ΕΡΤ (https://press.ert.gr/politismos)

 

Ομήρεια