Η εξέλιξη της νομοθετικής δραστηριότητας στο Βυζάντιο

img008.jpg

Ιουστινιανός Α’ απεικόνιση σε ψηφιδωτό στην εκκλησία του San Vitale, Ραβέννα, Ιταλία

Η αντίληψη πως ο βυζαντινός αυτοκράτορας περιβάλλονταν από τη θεία χάρη, ήταν αρκετή για να τον ορίζει ως τον απόλυτο μονάρχη, και νομοθέτη του βυζαντινού κράτους. Ακολουθώντας την αρχή των ελληνιστικών χρόνων, ο αυτοκράτορας ήταν ο «έμψυχος νόμος», στον οποίο όμως όφειλε και ο ίδιος να υποτάσσεται, αφού με την αναγόρευσή του, αναλάμβανε την ηθική υποχρέωση απέναντι στο Θεό και στους υπηκόους του, να ζει σύμφωνα με τους νόμους που ο ίδιος είχε θεσπίσει, ή/και αποδεχτεί.

Ο παντοδύναμος ηγέτης ενεργούσε κατά μίμησή του Θεού και κυβερνούσε κατ’ οικονομίαν, με ευνομία και πατρική επιστασία.

Σε όλη την ιστορική πορεία του Βυζαντίου, ο ισχυρότερος φραγμός στην απόλυτη εξουσία του μονάρχη ήταν ο νόμος κάτω από μια αντιφατική διαδικασία. Παρόλο που οι νόμοι της βυζαντινής αυτοκρατορίας πήγαζαν από τον ηγεμόνα, εντούτοις, κατά παράδοξο τρόπο, ο νόμος πάντα θα υπερείχε του αυτοκράτορα. Αυτός ο συγκερασμός δυνάμεων λειτούργησε ως ασπίδα εναντίον της συγκεντρωτικής και απόλυτης εξουσίας του αυτοκράτορα και απέτρεψε τη μοναρχία απ’ τη μετατροπή της σε δεσποτεία.

Η νομοθετική δραστηριότητα των βυζαντινών αυτοκρατόρων, υπήρξε μια απόρροια της μετεξελίξεως του παλαιού Ρωμαϊκού δικαίου, όμως το σπουδαίο νομοθετικό τους έργο, δεν περιορίστηκε στην ασφαλή κωδικοποίηση παλαιών νόμων και στον εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας, αλλά με γνώμονα το συμφέρον των υπηκόων τους και ενδιαφέρον για τις κοινωνικοπολιτικές αλλαγές, συνέχισαν την έκδοση νέων νόμων έως την εποχή της πολιτικής και οικονομικής αποδυνάμωσης της πολιτείας για μια χριστιανική αυτοκρατορία, με ισχυρή επίδραση του αρχαιοελληνικού πνεύματος.

imagegen.ashx.jpg

Ιουστινιάνειος Κώδικας (Codex Iustinianus), παλαίτυπη έκδοση πέντε τόμων, εκδόθηκε στη Λυών 1536-1538.

Το επίτευγμα της νομοθετικής αυτεξουσίας των βυζαντινών αυτοκρατόρων, το βυζαντινό Δίκαιο, αποτέλεσε τη βάση της ελληνικής νομικής πραγματικότητας των νεότερων χρόνων.

Ο Θεοδοσιανός Κώδικας

Η κωδικοποίηση των νόμων είχε ήδη ξεκινήσει τον 4ο αι. μ.Χ., ενώ στα μέσα του 5ου, ο Θεοδόσιος Β΄ εξέδωσε τον Θεοδοσιανό Κώδικα που δημοσιεύτηκε και στα δύο τμήματα της αυτοκρατορίας, τονίζοντας με αυτό τον τρόπο την ενότητα του κράτους, και αποτέλεσε μέχρι την εποχή του Ιουστινιανού το αποκλειστικό όργανο απονομής δικαίου. Το νομοθετικό αυτό έργο, μεγίστης σημασίας, λόγω της έλλειψης επίσημης νομοθετικής κωδικοποίησης, αποτελείται από 16 βιβλία, συμπεριελάμβανε συγκεντρωμένες και κωδικοποιημένες όλες τις διατάξεις από την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου, έως το 438, και είχε ισχύ και στις δύο διοικητικές περιφέρειες του κράτους, προκειμένου να τονιστεί η ενότητα της αυτοκρατορίας.

Ο Ιουστινιάνειος Κώδικας

corpus_iuris_civilis.jpg

Corpus Iuris Civilis του Ιουστινιανού – εξώφυλλο έκδοσης 1583 του Dionysius Gothofredus

Το τελευταίο όμως στάδιο εξέλιξης του Ρωμαϊκού, και παράλληλα την αφετηρία της δημιουργίας του Βυζαντινού δικαίου, σήμανε, η κωδικοποίηση του Ιουστινιανού Α’ η οποία αποτελούνταν από τρία μέρη:

- τον Ιουστινιάνειο Κώδικα, που περιείχε όλους τους ισχύοντες νόμους από την εποχή του Αδριανού και ήταν βασισμένος σε παλαιότερους κώδικες και σε νεότερες επεξεργασμένες, μη κωδικοποιημένες διατάξεις. Ως νόμος δημοσιεύτηκε το 529, και η κύρια γλώσσα του ήταν η λατινική.

- τον Πανδέκτη που αποτελούσε συλλογή γνωμοδοτήσεων παλαιότερων νομοδιδασκάλων και περιελάμβανε 50 βιβλία και αποσπάσματα έργων από Ρωμαίους Νομικούς. Δημοσιεύτηκε το 533 στη λατινική γλώσσα.

- τις Εισηγήσεις (επίσης το 533) που αποτελούσαν διδακτικό εγχειρίδιο με ισχύ νόμου.

Μετά το 534, ο Ιουστινιανός εξέδωσε τις Νεαρές, οι οποίες αποτελούσαν ολόκληρη τη μεταγενέστερη νομοθεσία του, και εγράφησαν στην ελληνική γλώσσα.

Ο στόχος της Ιουστινιάνειας κωδικοποίησης, ήταν ο περιορισμός του όγκου των συσσωρευμένων νόμων, από την περίοδο της Δωδεκαδέλτου. Οι παλιοί ρωμαϊκοί νόμοι τροποποιήθηκαν ποικιλοτρόπως, έτσι ώστε να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες, και να νομιμοποιήσουν την απολυταρχική εξουσία του αυτοκράτορα. Εξαλείφθηκαν επαναλήψεις, ασάφειες και αντιφάσεις, και οι παλαιοί νόμοι εκσυγχρονίστηκαν. Η νομοθεσία του Ιουστινιανού, απέβλεπε στην εσωτερική αναδημιουργία του κράτους, στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των ευπαθών ομάδων πληθυσμού, και στην κοινωνική δικαιοσύνη.

Παρόλο που οι νόμοι του Ιουστινιανού ήταν ρωμαϊκοί, ωστόσο, η επίδραση του χριστιανισμού και η ελληνική παράδοση έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Με διατάξεις νόμων περιόρισε την πατρική εξουσία μέσα στην οικογένεια, ευνόησε τις γυναίκες παραχωρώντας το δικαίωμα κηδεμονίας των παιδιών τους, σε κάποιες περιπτώσεις, και μεταβίβασης της προίκα τους σε περίπτωση θανάτου στους δικούς τους κληρονόμους και όχι στον σύζυγο. Θέσπισε ακόμη διατάξεις που ενθάρρυναν και διευκόλυναν την απελευθέρωση των δούλων.

Solidus_of_Leo_III.jpg

Ο Λέων Γ΄ ο Ίσαυρος, σε χρυσό σόλιδο της εποχής του

Η Εκλογή των Ισαύρων

Μετά από μία μεγάλη περίοδο αδράνειας, στη νομοθετική δραστηριότητα του Βυζαντίου, ο εικονομάχος αυτοκράτορας Λέων Γ’ ο Ίσαυρος, εξέδωσε την Εκλογή των Νόμων το 741, η οποία αφορούσε το αστικό, το κληρονομικό και το οικογενειακό δίκαιο, και ο στόχος της ήταν η αναθεώρηση παλαιότερων νόμων, στο πλαίσιο της φιλανθρωπίας. Η Εκλογή ήταν βασισμένη στη χριστιανική διδασκαλία, είχε όμως σημαντικές επιρροές, τόσο από το ελληνικό, όσο και από το ανατολικό δίκαιο, ενώ δεν προβλέπονταν διακρίσεις ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις.

Έδωσε το δικαίωμα στην εκκλησία να ασκεί την επιμέλεια των ορφανών, απέκλεισε τη φρενοβλάβεια ως λόγο διαζυγίου, βελτίωσε τη θέση της γυναίκας παραχωρώντας ίσο μερίδιο επί της κοινής περιουσίας και αναγνώρισε την αποκλειστικότητα του χριστιανικού γάμου. Επίσης, αντικατέστησε την επιβολή της θανατικής ποινής από τον ακρωτηριασμό. Βέβαια, εάν ληφθεί υπόψη ότι σωματικές ποινές ή ακρωτηριασμοί, σε ορισμένες περιπτώσεις, αντικατέστησαν τη χρηματική τιμωρία που προέβλεπε αντίστοιχα η ιουστινιάνεια νομοθεσία, το φιλανθρωπικό πνεύμα αμφισβητείται. Γενικά, η θέσπιση παρόμοιων ποινών δεν συμβάδιζε με τις αρχές του ρωμαϊκού δικαίου και διαφαινόταν η επίδραση των τραχύτερων ηθών της Ανατολής.

κατάλογος.jpg

Ο Μιχαήλ Γ' στέφει συναυτοκράτορά του τον Βασίλειο Α’ τον Μακεδόνα. Μικρογραφία από το χρονικό του Σκυλίτζη

Ανακάθαρση και νέα νομοθεσία επί Μακεδονικής Δυναστείας

Η περίοδος της Μακεδονικής Δυναστείας, υπήρξε η εποχή της μεγάλης ακμής του Βυζαντίου στην πολιτική και μεγάλης νομοθετικής δραστηριότητας. Με την ίδρυση της μακεδονικής δυναστείας, ο Βασίλειος Α’ ο Μακεδών, προς όφελος της εσωτερικής στερέωσης του κράτους, έλαβε μέτρα προστασίας των μικροκαλλιεργητών, από την απληστία των ισχυρών, πατάσσοντας παράλληλα την επικρατούσα διαφθορά των υπαλλήλων της εποχής.

Το επίκεντρο του νομοθετικού έργου της Μακεδονικής Δυναστείας ήταν η αντικατάσταση της Εκλογής και η ανακάθαρση και η επαναφορά της ιουστινιάνειας νομοθεσίας προσαρμοσμένης στα δεδομένα της εποχής.

Ο αυτοκράτορας Βασίλειος Α’, αλλά και ο γιος του Λέων ΣΤ, ο Σοφός, εισήγαγαν τον Πρόχειρο Νόμο το 879, και την Επαναγωγή (ή Εισαγωγή) το 886, που ουσιαστικά ήταν μια επιστροφή του Ιουστινιάνειου δικαίου, μεταφρασμένου στα ελληνικά, διατηρώντας όμως την Εκλογή των Νόμων, των Ισαύρων, σε ό,τι αφορά το κληρονομικό δίκαιο.

Η Επαναγωγή μεταξύ άλλων, προέβλεπε τη διπλή εξουσία από αυτοκράτορα και Εκκλησία, καινοτομία που παρεκκλίνει του πρώιμου συστήματος, ωστόσο, ίσχυσε για λίγο και απαλείφθηκε από τον Λέοντα ΣΤ΄.

8.jpg

Ψηφιδωτό στην Αγιά Σοφιά, που απεικονίζει τον Λέοντα ΣΤ΄ το Σοφό, να αποτίει φόρο τιμής στον Χριστό.

Πιθανόν ταυτόχρονα με τον Πρόχειρο Νόμο, εκδόθηκαν τα Βασιλικά, 60 βιβλία, που περιλάμβαναν όλες τις ισχύουσες διατάξεις και αναθεωρήθηκαν τον επόμενο αιώνα στα χρόνια του Κωνσταντίνου Η΄. Στα Βασιλικά μεταξύ άλλων, επισημαίνεται πως η κάλυψη οποιουδήποτε νομικού κενού, θα γίνεται με την εφαρμογή του παραδοσιακού, ρωμαϊκού δικαίου.

Οι Νεαρές του Λέοντα ΣΤ΄ αποτελούσαν μικρότερα νομικά κείμενα ή διατάξεις ειδικού χαρακτήρα, ενώ στην ίδια εποχή ανήκει και το Επαρχικό βιβλίο, το οποίο αποτελούσε μία συλλογή διατάξεων σχετικών με τη δραστηριότητα, και την εποπτεία, των συντεχνιών της Κωνσταντινούπολης.

Το 1002, ο Βασίλειος Β’ ο Βουλγαροκτόνος, εκδίδει μια Νεαρά, που θέτει σε ισχύ ένα σημαντικό δημοσιονομικό μέτρο. Επρόκειτο για το διάταγμα του «αλληλέγγυου» φόρου, με το οποίο ανακούφιζε τους οικονομικά δυσχερείς πολίτες, αφού τους απάλλασσε από τη συλλογική φορολογική ευθύνη που ίσχυε έως τότε, και η οποία τώρα, ήταν υποχρέωση μόνο των δυνατών.

Τα χρόνια των Κομνηνών

17 Comnenus mosaic.jpg

Ο Ιωάννης Β΄Κομνηνός (αδελφός της Άννας Κομνηνής) και η συζυγός του Ειρήνη, δεξιά και αριστερά από την Παναγία, σε ψηφιδωτή παράσταση στην Αγία Σοφία.

Από τον 10ο αι. και μετά, η δραστηριότητα στον τομέα του δικαίου, περιορίζεται στην σύνταξη ερμηνευτικών νομικών έργων, διδακτικών εγχειριδίων, συλλεκτικών έργων και μονογραφιών, ενώ δεν έχουν παρατηρηθεί σημαντικές νομοθετικές μεταρρυθμίσεις, έως το 1204.

Η Μεγάλη Σύνοψη των Βασιλικών, και το αναλυτικό ευρετήριο κωδικοποίησης Τιπούκειτος συγκαταλέγονται στα συλλεκτικά, στα ερμηνευτικά η ενοποίηση των σχολίων των Βασιλικών και στα διδακτικά η Σύνοψη των νόμων του Μιχαήλ Ψελλού και το Πόνημα Νομικόν. Από την εποχή των Κομνηνών διακρίνεται ένας μεγάλος αριθμός Νεαρών που ρυθμίζουν εκκλησιαστικά θέματα, αλλά σημαντικότεροι είναι οι Χρυσόβουλλοι λόγοι, από την εποχή του Αλέξιου Α΄, που παλαιότερα, χρησιμοποιούνταν μόνο για την παραχώρηση προνομίων από τον αυτοκράτορα, και με τους οποίους τώρα αποδίδονται προνόμια σε ιταλικές κοινότητες, που όμως αργότερα θα αποβούν εις βάρος του Βυζαντίου.

Η νομοθετική δραστηριότητα των τελευταίων αυτοκρατόρων

Από το 1204, έως και την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, ο τομέας του δικαίου σημειώνει κατακόρυφη πτώση, λόγω της γενικότερης παρακμής της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Περιορισμένη μονομερής ανάπτυξη, παρουσιάζεται στην εποχή της Παλαιολόγειας αναγέννησης, κυρίως σε ζητήματα εκκλησιαστικά, και σε θέματα που αφορούν στους θεσμούς του δημοσίου δικαίου, όπως το πρόσταγμα του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η’, σχετικά με την ορθή λειτουργία της δικαιοσύνης, και οι ανάλογες προβλέψεις, στις Νεαρές του Ανδρόνικου Β’, και του Ανδρόνικου Γ’.

Η Εξάβιβλος του δικαστή Κωνσταντίνου Αρμενόπουλου, που εκδόθηκε το 1345, είναι το σημαντικότερο νομικό συλλεκτικό έργο της περιόδου. Επρόκειτο για μία συλλογή έξι βιβλίων, με ταξινομημένους τους κανόνες του ποινικού και του αστικού δικαίου, με προσαρτήματα που περιέχουν σχόλια, ρυθμίσεις και νουθεσίες προς τους δικαστές. Σε ένα από τα σχόλια δε, αναφέρεται, πως κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο, ακόμα και η εύρεση αντιγράφων των νομικών κειμένων, προκειμένου να επιλυθούν οι διαφορές των αντιδίκων, ήταν δύσκολο εγχείρημα.

Hexabiblos_-_Constantine_Harmenopoulos_-_1744_-_Venice_-_first_page.jpg

Η αρχική σελίδα της του Προχείρου ή Εξάβιβλου του Κωνσταντίνου Αρμενόπουλου (1320 - 1380/1385), έκδοση του 1744 στη Βενετία από τον Αλέξιο Σπανό, πρώτη γνωστή μετάφραση στα νέα ελληνικά. Η Εξάβιβλος ήταν μια Βυζαντινή νομική πραγματεία η οποία συνέχισε να χρησιμοποιείται ευρέως στα Βαλκάνια κατά τη διάρκεια της μετέπειτα Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Το 1828, το έργο αυτό υιοθετήθηκε ως ο νομικός κώδικας του νεοιδρυθέντος Ελληνικού κράτους, όπου και παρέμεινε σε ισχύ ως το 1946.

Η Εξάβιβλος, επέδρασε, κατά την μεταβυζαντινή περίοδο, στην εκπόνηση άλλων συλλεκτικών έργων και έγινε γνωστή στο δυτικό και σλαβικό κόσμο ενώ απετέλεσε τον πρόδρομο του σημερινού Αστικού Δικαίου. Στην Ελλάδα η χρήση της ήταν εντυπωσιακή αφού απετέλεσε το αστικό δίκαιο της χώρας και παρέμεινε σε ισχύ, μέχρι τη δημοσίευση του Αστικού Κώδικα του νεοελληνικού κράτους, το 1946.

Κείμενο: Πηνελόπη Ν. Δάλλη

Πηγές:

  • Καραγιαννόπουλος Ι., Το βυζαντινό κράτος, Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 2001, σελ. 291-292.

  • Παπαγιάννη Ε., κ.ά., Ιστορία Δικαίου, Ελληνικά Ακαδημαϊκά Συγγράμματα και Βοηθήματα, Αθήνα, 2015, σελ. 86-87.

  • Πέννα Β., κ.ά., Ελληνική Ιστορία, τ. Β΄, Ε.Α.Π., Πάτρα, 1999, σελ. 30.

  • Τρωιάνος Σ., Η Αμφισβήτηση της εξουσίας, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Αθήνα, 2003.

  • Ιστοσελίδα Εύβοια, Βοιωτία, Σκύρος με αφετηρία το Βυζάντιο (https://www.medievalroutes.gr)

  • Ιστολόγιο Χείλων (https://chilonas.com)

  • Ιστοσελίδα WikimediaCommons (https://commons.wikimedia.org)

Ομήρεια