Η ανατροφή και η εκπαίδευση των παιδιών στην Αρχαία Ελλάδα
Η ενσωμάτωση των παιδιών στην κοινωνία, καθώς και η ανατροφή και εκπαίδευσή τους, ήταν προσαρμοσμένες στην κοινωνική δομή της κάθε πόλης και στα ιδεώδη που αυτές υπηρετούσαν, ενώ οι κοινωνικοθρησκευτικές τελετουργίες συνόδευαν κάθε στάδιο της ζωής τους έως την ενηλικίωση.
Η ανατροφή, και η εκπαίδευσή των παιδιών στην Αθήνα, αφορούσε αποκλειστικά τον αρχηγό του οίκου, ενώ η παρέμβαση της πολιτείας περιορίζονταν σε θέματα νομιμότητας του παιδιού.
Αντιθέτως, το σπαρτιατικό κράτος απαιτώντας τη συνεισφορά των μελών του στον ευγονισμό, επενέβαινε στα εσωτερικά της οικογένειας, και αποφάσιζε για τα ζητήματα ανατροφής και εκπαίδευσής τους.
Τα παιδιά στην Αθήνα μεγάλωναν στη θαλπωρή της οικογενειακής εστίας με ιδιαίτερη φροντίδα, ενώ στη Σπάρτη τα παιδιά ανατρέφονταν με σκληρότητα και αυστηρή πειθαρχία.
Οι διαφορές ανάμεσα στις δύο κοινωνίες αντικατοπτρίζονται και στην επικρατούσα ορολογία. Οι Αθηναίοι, χρησιμοποιώντας τον όρο «παιδεία» για την εκπαίδευση, έδιναν έμφαση στην έννοια της ανωριμότητας λόγω ηλικίας, ενώ ο χαρακτηρισμός των μαθητικών ομάδων της Σπάρτης, ως αγέλαι, βουαί κ.λπ, εξομοιώνουν τα παιδιά με αγρίμια του ζωικού βασιλείου.
Μεγάλες και οι διαφορές ανάμεσα στην εκπαίδευση των Αθηναίων κοριτσιών η οποία περιορίζονταν στα οικιακά, ενώ στη Σπάρτη προβλέπονταν ένας πλήρης κύκλος μαθημάτων, γεγονός που αντικατοπτρίζει την κοινωνική θέση και αξία των γυναικών στις δύο πόλεις γενικότερα.
Στην Κλασική Αθήνα η εκπαίδευση ήταν καθαρά προσωπική υπόθεση. Ο πατέρας αποφάσιζε αν θέλει να πληρώσει τα δίδακτρα αν και δεν είχε καμία νομική υποχρέωση να μορφώσει τα παιδιά του. Εφόσον όμως το επιθυμούσε, όταν ο γιος του αποκτούσε σχετική αυτονομία, ένας έμπιστος δούλος, επιφορτίζονταν με το καθήκον του παιδαγωγού, και συνόδευε το παιδί σε όλες τις δραστηριότητές του. Μετέφερε τα σχολικά του είδη (πλάκα γραφής και μουσικό όργανο), και έμενε μαζί του στο σχολείο καθ’ όλη τη διάρκεια των μαθημάτων, παρακολουθώντας το μάθημα, ώστε να είναι έπειτα σε θέση, να βοηθήσει τον προστατευόμενό του, με την επανάληψη της διδαχθείσας ύλης.
Οι δάσκαλοι στην Αθήνα ανήκαν συνήθως σε χαμηλή κοινωνική θέση και η αμοιβή τους ήταν μικρή, ενώ τα σχολεία στεγάζονταν σε ιδιωτικούς χώρους κοντά σε δημόσια ή ιδιωτικά γυμνάσια (γήπεδα).
Τα παιδιά σε πρωτοβάθμιο επίπεδο (γύρω στην ηλικία των επτά), διδάσκονταν ανάγνωση, γραφή, μουσική, και ίσως αριθμητική.
Μέρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας, ήταν η απαγγελία στίχων, (κυρίως του Ομήρου, ως απαραίτητη μεταλαμπάδευση προτύπων ανδρείας και αρετής), αλλά και η απόδοση έργων λυρικής ποίησης, συνοδεία μουσικού οργάνου.
Η καλλιγραφία, ήταν σύνηθες αντικείμενο διαγωνισμών, ιδίως κατά την ελληνιστική περίοδο. Συχνά γίνονταν επίσης, μουσικοί διαγωνισμοί, ενώ οι Αθηναίοι κατασκευαστές μουσικών οργάνων, ήταν ξακουστοί μάστορες, κι έχαιραν ιδιαίτερης εκτίμησης.
Από τα 8 ή τα 12 έτη, στα απαραίτητα μαθήματα προστίθενταν η σωματική άσκηση, προκειμένου να επιτευχθεί η παράλληλη καλλιέργεια νου και σώματος, που θα οδηγούσε στην ολοκλήρωση του ατόμου, σύμφωνα με το αρχαιοελληνικό ιδεώδες.
Τα παιδιά αναλάμβαναν τότε, οι παιδοτρίβες, (δάσκαλοι γυμναστικής) και η φυσική αγωγή, αποκτούσε μεγαλύτερη σημασία, απ’ οποιαδήποτε άλλη εκπαίδευση, διότι αποτελούσε την προετοιμασία, για τη μετέπειτα στρατιωτική και πολεμική εκπαίδευση.
Μετά τη βασική εκπαίδευση, τα πλουσιότερα αγόρια εκπαιδεύονταν στα ίδια μαθήματα σε δευτεροβάθμιο επίπεδο, και συχνά εμπλούτιζαν την μόρφωσή τους με μαθήματα τραγουδιού και χορού, ενώ μετά τα 18 τους, οι πλουσιότεροι νέοι, συνήθως φοιτούσαν σε σχολές σοφιστών και φιλοσόφων, προκειμένου να αποκτήσουν ανώτερη μόρφωση (Ισοκράτη, Πλάτωνα, Αριστοτέλη κ.ά.)
Σημαντικότατη τελετουργία αποτελούσε η κουρά των μαλλιών των παιδιών (κουρείον), που συμβόλιζε τη μετάβασή τους στην εφηβεία, και συνοδεύονταν από αιματηρή θυσία.
Ο πατέρας δήλωνε ενόρκως πως ο γιος του αποκτήθηκε κατόπιν νόμιμου γάμου, όμως αν τα μέλη της φρατρίας το αμφισβητούσαν, απομάκρυναν το ζώο από το βωμό. Εάν συγκατατίθεντο, δέχονταν το κρέας της θυσίας που τους προσέφερε ο έφηβος, αναγνωρίζοντάς τον ως μέλος τους. Κατόπιν παρουσιάζονταν στον δήμο του πατέρα του, εγγράφονταν ως Αθηναίος πολίτης και υπηρετούσε την πόλη ως φρουρός, για δύο έτη στο πλαίσιο της στρατιωτικής εκπαίδευσής του (εφηβεία).
Τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν προβλέπονταν έως το δεύτερο μισό του 5ου αιώνα π.Χ, που την εμφάνισή τους κάνουν οι Σοφιστές, με διδασκαλία σε διάφορα γνωστικά πεδία και έμφαση στην τέχνη της πειστικής επιχειρηματολογίας. Η δράση τους είχε επεκταθεί και στη Σπάρτη, όμως η δημοκρατική Αθήνα υπήρξε πιο προσοδοφόρα για το αντικείμενό τους.
Στη στρατοκρατούμενη Σπάρτη, δεν απασχολούσαν παιδαγωγούς, καθώς τα παιδιά από τα επτά τους έτη, δεν διέμεναν στην πατρική εστία, αλλά σε στρατιωτικούς καταυλισμούς. Τη διαπαιδαγώγηση των επτάχρονων αγοριών, αναλάμβανε το κράτος, που τα ενέτασσε σε υποχρεωτικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα, με έναν παιδονόμο ως διοικητή.
Τα παιδιά χωρίζονταν κατά ηλικία σε ομάδες και υποομάδες (βουαί, αγέλαι, ίλαι) και διδάσκονταν τα ίδια μαθήματα με τα Αθηναία συνομήλικα αγόρια, με μεγαλύτερη όμως βαρύτητα στην σωματική αντοχή.
Τα Σπαρτιατόπουλα περνούσαν από πολλά στάδια σκληρής εκπαίδευσης, εξαναγκάζονταν σε δύσκολες χειρονακτικές εργασίες, είχαν ανεπαρκή διατροφή, και ένδυση, ενώ προβλέπονταν ειδεχθείς τιμωρίες για την παραμικρή αποτυχία.
Από τα δώδεκα έτη τους, στο πλαίσιο απόκτησης στρατιωτικής πειθαρχίας, βρίσκονταν υπό διαρκή επιτήρηση και η εκπαιδευτική αγωγή τους, γίνονταν ακόμα σκληρότερη. Ο προβιβασμός τους στην επόμενη τάξη, συνοδεύονταν από θρησκευτικά τελετουργικά που συνήθως περιελάμβαναν σκληρούς αγώνες, ενώ ακόμα και οι κοινωνικές δραστηριότητες, μετατρέπονταν σε δοκιμασίες αντοχής.
Το ζευγάρωμα ανάμεσα στον έφηβο και σε έναν ενήλικα, θεωρούνταν ιδιαίτερης εκπαιδευτικής βαρύτητας, έτσι στο πλαίσιο του τελετουργικού του ανδρισμού των εφήβων της Σπάρτης, εντάσσονταν και η πρακτική της παιδεραστίας. Στην Αθήνα αντιθέτως, τέτοιου είδους μεταχείριση θεωρούνταν εξευτελιστική.
Η ηλικία των δεκαοκτώ, και για τις δύο πόλεις, θεωρούνταν το κατώφλι της ενηλικίωσης, και ο εκπαιδευτικός κύκλος των εφήβων έκλεινε με μεταβατική περίοδο στρατιωτικής θητείας πριν να ενταχθούν στον στρατό των ενήλικων.
Οι Σπαρτιάτες, πριν την ένταξή τους, υποβάλλονταν σε μία ακόμα δοκιμασία (εκλογή σε συσσίτιο) ενώ κάποιοι δεκαοκτάχρονοι επιλέγονταν για περαιτέρω εκπαίδευσή μέσω της εξόντωσης Ειλώτων, στο ειδικό σώμα της Κρυπτείας.
Τα κορίτσια στην Αθήνα, σπανιότατα πήγαιναν στο σχολείο. Στη συντριπτική πλειοψηφία τους, λάμβαναν μόνο κατ’ οίκον εκπαίδευση σχετική με τις οικιακές ασχολίες, που αποτελούσαν τα ισόβια βασικά τους καθήκοντα.
Άλλωστε το αθηναϊκό ιδεώδες σχετικά με τη μέλλουσα νύφη ήταν αυτή να στερείται ιδιαίτερης γνώσης και εμπειρίας, ώστε ο σύζυγος να την μετεκπαιδεύσει σχετικά με τον τρόπο που αυτός επιθυμούσε να λειτουργεί ο οίκος του, αλλά και για τον προσωπικό της καλλωπισμό.
Τα απαραίτητα προσόντα τα οποία έπρεπε να έχει η γυναίκα πριν το γάμο και πάνω στα οποία εκπαιδεύονταν τα μικρά κορίτσια ήταν η υφαντική, η μοδιστρική και η καλή μαγειρική.
Επίσης συμμετείχαν σε μεγάλες θρησκευτικές γιορτές (Παναθήναια, Ελευσίνια μυστήρια, Θεσμοφόρια), και ορισμένα υπηρετούσαν κάποια θεότητα.
Το σπαρτιατικό σύστημα για τα κορίτσια προέβλεπε έναν κοινό, δημόσιο εκπαιδευτικό κύκλο, παρόμοιο με των αγοριών, καθώς ο κύριος σκοπός της ζωής τους, δεν ήταν οι οικιακές εργασίες, αλλά η ευγονική τεκνοποιία που τους έδινε κύρος ανάλογο με αυτό των πολεμιστών.
Συμμετείχαν μάλιστα στη μυητικού χαρακτήρα, εορτή των Υακινθίων, μαζί με τα αγόρια.
Κείμενο: Πηνελόπη Ν. Δάλλη
Πηγές:
Cartledge P. 2008, Μία σπαρτιατική εκπαίδευση. Στο: Α. Δίπλα (επιμ.), Ανθολόγιο. Κείμενα από τη Σύγχρονη Βιβλιογραφία ΕΑΠ. Πάτρα.
Δίπλα Ανθολόγιο 3α 2008: Ξενίδου-Schild Β, Η ζωή της παντρεμένης γυναίκας. Στο: Α. Δίπλα (επιμ.), Ανθολόγιο. Κείμενα από τη Σύγχρονη Βιβλιογραφία. ΕΑΠ. Πάτρα.
Πετροπούλου Α. 2000, Οικογενειακοί θεσμοί, στο: Δημόσιος και Ιδιωτικός Βίος στην Ελλάδα Ι: Από την Αρχαιότητα έως και τα Μεταβυζαντινά Χρόνια, ΕΑΠ. Πάτρα.
Αρχαιολογικό Μουσείο Βραυρώνας (el.wikipedia.org)
Αρχείο Ενθεμάτων (enthemata.wordpress.com)