Νικόλαος Κουτούζης

146605558_449324616410924_7086282301236538413_n.png

Η προσκύνηση του θείου βρέφους από τους βοσκούς

Ο Νικόλαος Κουτούζης απετέλεσε κυρίαρχη μορφή στην τέχνη των Επτανήσων κατά το 18ο αιώνα, και στις αρχές του 19ου, κυρίως στη θρησκευτική σκηνή, ενώ σημαντικότατη θεωρείται η συμβολή του στη διαμόρφωση της προσωπογραφίας στην κοσμική ζωγραφική.

Σε επίπεδο τεχνικής αλλά και εικαστικής διαπραγμάτευσης, ήρθε σε ρήξη με την παράδοση της μεταβυζαντινής τέχνης και ακολούθησε τα πρότυπα του ιταλικού μπαρόκ.

Επηρέασε τους ομοτέχνούς του, ενώ το έργο του βρήκε τη συνέχειά του στη ζωγραφική του μαθητή του, Νικόλαου Καντούνη, του τελευταίου σημαντικού εκπρόσωπου της Επτανησιακής ζωγραφικής σχολής, ο οποίος όμως δεν διατήρησε τις κατευθύνσεις του δασκάλου του προς τον ρεαλισμό και την ψυχολογική προσωπογραφία, για πολύ.

KUTUZIS-2.jpg

Η Αγία Άννα

« (…) Ολόκληρος κοινωνία τον ησθάνετο (τον Κουτούζη) ως εφιάλτην βαρύν επί του στήθους της, αλλ’ ουδείς ίσχυεν εναντίον του (…) κεραυνούς εξέπεμπον τα φοβερά του όμματα, μύδρους δ’ εσφενδόνιζεν η δριμεία του γλώσσα. Τούτου το «χείλο» κατά τον Σολωμόν, εφόβιζεν «εχθρό και φίλο…».

Ήτο, ναι, το γενικόν φόβητρον, αλλά συγχρόνως ο άγρυπνος και ακαταπόνητος τιμωρός πάσης καταχρήσεως, το γρανίτιον πρόσκομμα πάσης ανομίας και σκανδάλου».

«Διηγούνται ακόμη μετά φρίκης οι γέροντες πως διέφθειρε τους υπηρέτας και τας υπηρετρίας των μεγάλων οίκων, παρακινών εις εκμυστηρεύσεις οικογενειακών σκανδάλων και αποκρύφων, πως εζητούντο και εκυκλοφόρουν αι δριμείαι, αι απροκάλυπτοι, αι καυστικαί του σάτιραι, και πως αγέρωχος και υπέρφρων, μεγαλοπρεπής το ύφος και την πλουσίαν περιβολήν, διήρχετο ο ηγεμών των ελευθερίων σατιριστών τας οδούς, περιφέρων δεξιά και αριστερά ερευνητικά βλέμματα, εξακοντίζων ετοίμως σκόμματα και βέλη, ενώ πάντες περιδεείς και πτήσσοντες εφιλοτιμούντο να φανώσιν άψογοι ενώπιον του ρασοφόρου αυτού Κερβέρου, όστις ηπείλει να τους φονεύση με μόνην υλακήν. Πάσα κοινωνία έχει ανάγκην ενός Κουτούζη».

solomos.jpg

Ο Διονύσιος Σολωμός βρέφος

(Γρηγόριος Ξενόπουλος (1867-1951), Προλεγόμενα στο «Γιάννη Τσακασιάνου Άπαντα»)

Ο Νικόλαος Κουτούζης, γεννήθηκε και πέθανε στη Ζάκυνθο (1741-1813) και ανήκε στην Επτανησιακή Σχολή.

Η προσωπικότητά του ήταν σύνθετη και ιδιόρρυθμη και εκτός από ζωγράφος, υπήρξε σατιρικός στιχουργός αλλά και ιερέας, ενώ νωρίτερα είχε δεχτεί μαχαιριά στο πρόσωπο κατά τη διάρκεια κάποιας φιλονικίας.

Στα δεκαέξι του χρόνια φιλοτέχνησε τα εικονίσματα του Αγίου Ιωάννη Δαμασκηνού και της Αγίας Βαρβάρας για την εκκλησία του Αγίου Δημητρίου του Κόλλα που δυστυχώς δεν σώζονται.

Το 1766, ζωγράφισε την Λιτανεία στον Άγιο Διονύσιο στη Ζάκυνθο. Ο πίνακας αυτός βρίσκεται στο γυναικωνίτη του ναού, υπογεγραμμένος και χρονολογημένος. Για τις σπουδές του δεν γνωρίζουμε πολλά, το πιθανότερο όμως είναι πως σε πολύ νεαρή ηλικία είχε σπουδάσει ζωγραφική στη Βενετία και πως στη Ζάκυνθο δάσκαλός του ήταν ο Νικόλαος Δοξαράς.

cebacebfcf85cf84cebfcf8dceb6ceb7cf82-cebdceb9cebacf8ccebbceb1cebfcf82-detail-from-the-litany-of-the-relic-of-st-dionysios-in-strofades-1786.jpg

Λεπτομέρεια της Λιτανείας του λειψάνου του Αγίου Διονυσίου, το 1786

Στον Κουτούζη αποδίδονται τρία θρησκευτικά ζωγραφικά σύνολα, που προέρχονται από ναούς της Ζακύνθου (Αγίου Σπυρίδωνα του Φλαμπουριάρη, Αγίου Γεωργίου του Πετρούτσου και Αγίου Αντωνίου του Ανδρίτση).

Δικά του έργα είναι επίσης, η παράσταση της Γέννησης της Θεοτόκου στην ουρανία της εκκλησίας της Παναγίας των Ξένων στην Κέρκυρα, αλλά και τέσσερις πίνακες με θέματα σχετικά με το βίο του Αγίου Διονυσίου, στην ομώνυμη μονή της Ζακύνθου με θέματα από το βίο του αγίου είναι επίσης δικά του έργα.

60669_2000_2000.jpg

Προσωπογραφία κυρίας με διάδημα, ( γύρω στα1800) Συλλογή Ιδρύματος Ε. Κουτλίδη

Το 1777, χειροτονήθηκε ιερέας στη Λευκάδα, και διετέλεσε εφημέριος σε διάφορες εκκλησίες της Ζακύνθου, αλλά λόγω κατηγοριών που δέχτηκε περί «ανάρμοστης συμπεριφοράς και παραβίασης της ορθόδοξης τελετουργίας», δικάστηκε και παύθηκε από ιερέας, το 1810. Τρία περίπου χρόνια αργότερα, ο κατήγορός του, παραδέχθηκε πως επρόκειτο για συκοφαντία εκ μέρους του.

Ο Κουτούζης ανακλήθηκε στην ιεροσύνη, όμως αρνήθηκε να αναλάβει ξανά καθήκοντα και όντας ηλικιωμένος, πέθανε μερικούς μήνες αργότερα.

«Η κόμμωσίς του ήτο ανάρμοστος εις ιερέα.Τα ράσα του ήταν μεταξωτά και κοντά, διά να φαίνωνται αι αργυραί και χρυσαί πόρπαι εις τα κομψά υποδήματά του και αι μεταξωταί κάλτσαι ερυθρού ή πορφυρού χρώματος.

Εφόρει ζώνην χρωματιστήν με φούντες, πίλον στρογγύλον λίαν κομψόν, μεταξωτόν, πλατύγυρον, τον οποίον οτέ μεν έφερε λοξώς επί της κεφαλής του, οτέ δε υπό την μασχάλην[…]

«Οσάκις ο Κουτούζης εισήρχετο εις την εκκλησίαν, συνησθάνετο ότι ήτο λειτουργός του Θεού, αλλά και εκεί εφαίνετο ότι ήτο νευροπαθής.

146867465_174413310743702_2462629615082707114_n.png

Ο Άγιος Σπυρίδων, ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, ο Άγιος Πέτρος και ο Άγιος Γεώργιος.

Όταν ελειτούργει ήθελε το θυσιαστήριον στολισμένον μεγαλοπρεπώς με τεχνητά άνθη και με φυσικά. Η εκκλησία με τάπητας.

Εμιμείτο εν πολλοίς τους δυτικούς ιερείς. Καθ’ όλην την λειτουργίαν οτέ μεν έκλαιεν, οτέ δε εκτύπα το στήθος του και συχνά εγονάτιζεν.

Η ψαλμωδία του ήτο έρρυθμος και ευχάριστος ένεκα της μελωδικής φωνής του. Όταν προσέφερε την αναίμακτον θυσίαν και γονυπετής ανεφώνει «τα σα εκ των σων» δάκρυα έρρεον εκ των οφθαλμών του».

(Σπυρίδων Δεβιάζης (1849-1927), Ιστορικός και λόγιος)

Ο Κουτούζης διακρίθηκε ως ζωγράφος τόσο για τις δυτικότροπες αγιογραφίες του, όσο και για την εισαγωγή της κοσμικής προσωπογραφίας στην Ελλάδα.

Ως ποιητής, έγραψε ειδυλλιακά και διδακτικά ποιήματα, στην καθαρεύουσα με αρκετές ιταλικές λέξεις, όμως γνωστό τον έκαναν κυρίως τα σατιρικά του τα οποία εμπεριείχαν ακραίες αθυροστομίες και σατίριζαν με καυστικότητα μεταξύ άλλων και τους συντοπίτες του, πολλοί εκ των οποίων του επιτέθηκαν φραστικά αλλά και σωματικά.

70716_2000_2000.jpg

Προσωπογραφία (γύρω στο1803)

Ο ίδιος συχνά ανταπαντούσε με το στίχο:

“Ὅλοι βρίζουν τὸν Κουτούζη ποὺ ἀλήθεια πάντα σκούζει”.

Ο παπα-Νικολός Κουτούζης, μίλησε με μια γλώσσα συνηθισμένη στη σατιρική ποίηση του καιρού του, άμεση και ικανή να τον φέρει κοντά και στις χαμηλές κοινωνικές τάξεις της Ζακύνθου του 18ου αιώνα.

Οι μεταγενέστεροι όμως θεώρησαν τη γλώσσα αυτή τολμηρή και ανήθικη, κι έτσι τα πιο πολλά του ποιήματα δημοσιεύτηκαν αργότερα τροποποιημένα με τέτοιο τρόπο ώστε να ταιριάζουν στα μέτρα της ηθικολογίας ενώ τα αυθεντικά του χειρόγραφα, καταστράφηκαν στους σεισμούς του 1953.

Αρκετά από τα ποιήματα του Νικόλαου Κουτούζη όπως αυτός τα είχε γράψει, είχε προλάβει να αντιγράψει ο φιλόλογος Παναγιώτης Μαρίνος από την Βιβλιοθήκη Ζακύνθου πριν τους σεισμούς, κι έτσι διασώθηκαν και δημοσιεύτηκαν 200 χρόνια μετά την συγγραφή τους (το 2017), από τις Εκδόσεις Περίπλους.

62758_2000_2000.jpg

Προσωπογραφία ευγενούς με περούκα, (γύρω στο1800)

Κείμενο: Πηνελόπη Ν. Δάλλη


Πηγές:

  • Εθνική Πινακοθήκη, nationalgallery.gr

  • Ο εκκεντρικώτερος των Ορθοδόξων ιερέων, περιοδικό «Μικρασιατικόν Ημερολόγιον».

  • Paletaart-Χρώμα και Φως, paletaart.wordpress.com

  • Νικόλαος Κουτούζης, Έμμετρες βωμολοχικές σάτιρες, Εκδόσεις Περίπλους, Αθήνα 2017.

Ομήρεια