Χασάπικος χορός: απ' τους βυζαντινούς "μακελάρηδες" στον ελληνικό κινηματογράφο

Αργό και γρήγορο πολίτικο χασάπικο

Οι ρίζες του χασάπικου χορού βρίσκονται στα χρόνια του Βυζαντίου όταν η συντεχνία των Ελλήνων χασάπηδων, της Κωνσταντινούπολης (από τους οποίους πήρε και το όνομά του), αναπαριστούσε χορευτικά τις πολεμικές μάχες.

Η πρώτη σειρά των χορευτών κρατούσε διάφορα όπλα (μαχαίρια, ραβδιά, μαστίγια κλπ) ενώ η δεύτερη χόρευε χωρίς οπλισμό.

Η ελληνική λέξη για τον χορό ήταν μακελάρικος (από τη λέξη μακελάρης), όμως για τους κρεοπώλες επικράτησε η τούρκικη λέξη kasap που ελληνοποιήθηκε σε χασάπης, κατά συνέπεια ο χορός μας είναι σήμερα γνωστός ως ο χορός των χασάπηδων (χασάπικος).

Ταταυλιανό χασάπικο (χασαποσέρβικο)

Αρχικά ο όρος υποδήλωνε μονάχα τη γρήγορη εκδοχή του χορού, αυτό που σήμερα μας είναι γνωστό ως χασαποσέρβικο. Στη συνέχεια, η γρήγορη και η αργή εκδοχή διαχωρίστηκαν και σε δύο σχεδόν ανεξάρτητους χορούς, όπως μας είναι γνωστοί στις μέρες μας.

Οι διάφορες μορφές του χορού αυτού ήταν γνωστές σε πολλά μέρη της αυτοκρατορίας όμως ιδιαίτερα δημοφιλείς ήταν στην ευρύτερη περιοχή της Κωνσταντινούπολης αλλά και στην Μακεδονία και χορεύονταν κυρίως την περίοδο του Πάσχα.

Ο χορός ήταν κυρίως αντρικός, χωρίς όμως να αποκλείονται εντελώς οι γυναίκες όπως συνέβαινε με άλλους αντρικούς χορούς, και συνέχισε να είναι δημοφιλής ανάμεσα στους κατακτημένους πληθυσμούς, στην περίοδο της Τουρκοκρατίας. Την εποχή εκείνη, εκτός απ’ τους μακελάρηδες, τον χόρευαν οι γενίτσαροι αλλά και οι αρναούτηδες, γεγονός που του προσέδωσε και την ονομασία “αρναούτικος” χορός.

Ο Μάρκος Βαμβακάρης και η “Φραγκοσυριανή” του

Εξακολούθησε να είναι ιδιαιτέρως δημοφιλής και μετά την Ελληνική Επανάσταση, κυρίως στις περιοχές που υπήρχαν Κωνσταντινουπολίτες (π.χ. Σίφνος), ενώ στην Ήπειρο χορεύεται ένας παραδοσιακός βλάχικος χασάπικος χορός, με σλαβικές επιδράσεις.

Ο χορός είναι ομαδικός δίσημου μέτρου, με συγκεκριμένη χορογραφία ανά ομάδα και με λαβή των χεριών από τους ώμους, χωρίς σταθερό ρυθμό καθώς κάθε φιγούρα έχει τον δικό της, ενώ δεν κινείται κυκλικά όπως οι περισσότεροι ομαδικοί χοροί, αλλά σε ευθεία γραμμή, με βήματα εμπρός και πίσω, δεξιά και αριστερά και με μέτωπο προς τους θεατές.

Οι ομάδες των χορευτών συνήθως αποτελούνται από δύο έως τέσσερα άτομα, αφενός λόγω του μεγάλου χώρου που απαιτεί η ευθεία γραμμή κίνησης των χορευτών, αλλά κυρίως διότι ο χορός αυτός βασίζεται στον απόλυτο συγχρονισμό που δεν επιτρέπει αυτοσχεδιασμούς, και στην πειθαρχία των χορευτών στις εκ των προτέρων επιλεγμένες από την ομάδα χορευτικές φιγούρες.

To θρυλικό συρτάκι της ταινίας “Zorba the Greek

Τα παραπάνω χαρακτηριστικά είναι κυρίως αυτά που τον κάνουν ιδιαίτερο και τον διαφοροποιούν απ’ όλους τους άλλους χορούς. Υπάρχει μεν ποικιλία στα βήματα, όμως η κάθε ομάδα χορευτών, πρέπει να παρουσιάζεται ως ενιαίο σώμα.

Αυτό συμβαίνει γιατί πρόκειται για τελετουργικό χορό που παραπέμπει στην αρχαιότητα, και επειδή συνδέεται με την αναπαράσταση του τρόπου στάσης και τακτικής κίνησης των πολεμιστών του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Ο χασάπικος έγινε ιδιαιτέρως δημοφιλής σε ολόκληρη την Ελλάδα, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, ενώ σημαντικό ρόλο στη διάδοση του χορού, έδωσαν οι συνθέσεις της ρεμπέτικης μουσικής, που σε μεγάλο της ποσοστό αποτελείται από τις διάφορες υποκατηγορίες του χασάπικου.

Το γνωστότερο τραγούδι στον ρυθμό αυτό, είναι η Φραγκοσυριανή του Μάρκου Βαμβακάρη που γράφτηκε και φωνογραφήθηκε από τον ίδιο, το 1935, με αφορμή μια όμορφη κοπέλα που είδε τυχαία να περνά από μπροστά του στη Σύρο.

Απ’ την ελληνική ταινία “Τζένη-Τζένη”

Στο παρελθόν απαραίτητο αξεσουάρ των χορευτών ήταν η τραγιάσκα με το σηκωμένο γείσο, και παρότι επρόκειτο για καθαρά παραδοσιακό χορό, η μεγάλη διάδοση του μπουζουκιού και του μπαγλαμά, τον έφερε γρήγορα στα μικρά και στα μεγάλα αστικά κέντρα, και τον έκανε αγαπητό σε όλες τις κοινωνικές ομάδες.

Ο τρόπος που χορεύεται στις μέρες μας συνήθως, μοιάζει σαν προέκταση του δημοτικού χορευτικού τρόπου, με ευρωπαϊκή επίδραση. Γενικότερα η σημερινή εξέλιξη και η χορογραφία του χασάπικου έχει επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από τη χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου, ενώ σχεδόν όλοι οι Έλληνες δημιουργοί έχουν συνθέσει αρκετά από τα τραγούδια τους στον ρυθμό αυτόν (από έντεχνα μέχρι βαριά λαϊκά).

Ο χασάπικος παρουσιάζει αρκετές παραλλαγές στα βήματα, αναλόγως της περιοχής όπου χορεύεται, αλλά και των διαφόρων χορευτικών ομάδων, οι οποίες προσθέτουν, αφαιρούν ή/και τροποποιούν τις χορευτικές τους φιγούρες κατά το δοκούν. Παρά ταύτα, ο χορός αυτός χωρίζεται σταθερά σε δύο μεγάλες κατηγορίες: Τα αργά (π.χ. πολίτικο) και τα γρήγορα χασάπικα (διάφορες εκδοχές του χασαποσέρβικου).

Απ’ την ταινία του 1967. “Οι θαλασσιές οι χάντρες”

Ο συνδυασμός των δύο κατηγοριών (βέβαια με πολλαπλές τροποποιήσεις και διαφοροποιήσεις), απετέλεσε τη βάση για τον χορό “συρτάκι”. Η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη για την ταινία “Αλέξης Ζορμπάς” (Zorba the Greek), και ο χορός του Άντονι Κουίν σ’ αυτήν την ταινία (που τόσο τον δυσκόλεψε στην εκμάθηση), κατέστησε το συρτάκι ως τον αντιπροσωπευτικότερο από τους ελληνικούς χορούς στην παγκόσμια συνείδηση.

Κείμενο: Πηνελόπη Ν. Δάλλη

Πηγές:

  • Τάκης Καλογερόπουλος, Λεξικό της Ελληνικής μουσικής, εκδόσεις Γιαλλελή, 2001

  • Άρθρο Σάνης Πέττα στο https://web.archive.org

  • Βικιπαιδεία

  • Άρθρο Ελευθερίου Γ. Σκιαδά στο https://mikros-romios.gr

  • Η ιστορία του χασάπικου χορού: www.pro-dance.gr

  • Φωτογραφία εξωφύλλου Olia Bitsou, https://gr.pinterest.com

Ομήρεια