Το πιθάρι της Πανδώρας και η δημιουργία των Ελλήνων.

«Προμηθέας Λυόμενος» του Carl Bloch, 1864, φωτογραφία έργου από: https://digitalculture.gov.gr

Η Πανδώρα αναφέρεται στην ελληνική μυθολογία ως η πρώτη θνητή γυναίκα (αντίστοιχη της βιβλικής Εύας) και αιτία όλων των δεινών της ανθρωπότητας, ενώ το όνομά της προέκυψε από τα χαρίσματα (δώρα) με τα οποία την προίκισαν οι θεοί (παν-δώρα).

Στα έργα του ο Ησίοδος, αναφέρει πως ο Δίας εξοργίστηκε όταν ο Τιτάνας Προμηθέας έκλεψε από το εργαστήρι του Ήφαιστου την ιερή φωτιά για να τη δώσει στους ανθρώπους, καθώς αυτή συνεπαγόταν πρόοδο, ευημερία και κυρίως ανεξαρτησία των, έως τότε καθυποταγμένων και ανίσχυρων προς στη φύση, ανθρώπων.

Θεωρώντας την εξέλιξη ως μεγάλη προσβολή προς τους θεούς, ο Δίας αποφάσισε να τιμωρήσει σκληρά τον Προμηθέα δένοντάς τον σε έναν βράχο όπου ένας αετός πήγαινε και του έτρωγε το συκώτι το οποίο κάθε μέρα αναγεννιόταν.

Μη θέλοντας όμως να αφήσει ατιμώρητο ούτε και το έως τότε απαλλαγμένο από πόνο και δυστυχία ανθρώπινο είδος, ο Δίας δήλωσε στον Προμηθέα, πως οι άνθρωποι (που αποτελούνταν μόνο από άνδρες) σύντομα θα συναντήσουν την καταστροφή τους, την οποία μάλιστα θα αγκαλιάσουν με χαρά.

Ανέθεσε στον θεό Ήφαιστο να κατασκευάσει από άργιλο, ένα πλάσμα παρόμοιο στην όψη με τις θεές όμως με ανθρώπινα χαρακτηριστικά, στο οποίο ο ίδιος ο Δίας θα έδινε ζωή. Στην δημιουργία της πρώτης θνητής γυναίκας ενεπλάκησαν και οι άλλοι θεοί: η Αθηνά φρόντισε το ενδυματολογικό μέρος, ο Απόλλων την προίκισε με μουσικό ταλέντο, η Αφροδίτη της χάρισε ομορφιά και ακαταμάχητη γοητεία, ενώ ο Ερμής της έδωσε την ομιλία και την όπλισε με έναν πονηρό και πανούργο νου. Επιπλέον της παρασχέθηκαν οι ικανότητες των Χαρίτων και της Πειθούς.

“Η δημιουργία της Πανδώρας” του J. D. Batten, 1913. Φωτογραφία έργου από: collections.reading.ac.uk

Το αποτέλεσμα ήταν τόσο θαυμαστό που εξέπληξε ακόμα και τους ίδιους τους θεούς, και φυσικά κανένας θνητός δεν θα μπορούσε να αντισταθεί στην Πανδώρα. Ο Ερμής ανέλαβε να την παραδώσει ως δώρο στον Επιμηθέα, τον αδερφό του Προμηθέα, με μοναδικό όρο να την κρατήσει κρυμμένη.

Ο Επιμηθέας αγνοώντας την οδηγία του αδερφού του “να μην δεχτεί ποτέ δώρο από τον Δία προκειμένου να μην βλάψει τους ανθρώπους”, υποδέχτηκε την Πανδώρα με μεγάλο ενθουσιασμό.

Το γαμήλιο δώρο του Δία στο νέο ζευγάρι, ήταν ένα πιθάρι με την εντολή να μην ανοιχθεί ποτέ, γεγονός που πυροδότησε την έμφυτη περιέργεια της Πανδώρας για το περιεχόμενό του. Περνώντας ο καιρός, αυτή η περιέργεια γιγαντώθηκε, ώσπου η Πανδώρα (κατ’ άλλους ο Επιμηθέας), έβγαλε το μεγάλο πώμα του πιθαριού.

Μονομιάς ξεχύθηκαν από μέσα όλες οι συμφορές και οι δυστυχίες, που ως τότε δεν γνώριζε ο κόσμος: η κακία, το μίσος, η σκληρότητα, η πλεονεξία, η βία, ο πόλεμος, η απόγνωση, οι αρρώστιες, τα γηρατειά, ο θάνατος. Τα δεινά πλημμύρισαν τον κόσμο, πλησιάζοντάς τον βουβά και ύπουλα, ώστε κανείς να μην μπορεί να φυλαχτεί, και σκορπίζοντας τη θλίψη αδιακρίτως. Το μόνο που παρέμεινε στο πιθάρι, κατά παραχώρηση του Δία, ήταν η ελπίδα που έδινε στους ανθρώπους τη δύναμη να αντέξουν, ώστε να μην αφανιστεί το ανθρώπινο είδος.

“Πανδώρα” του John William Waterhouse 1896, φωτογραφία έργου από: https://www.mutualart.com

Το πιθάρι και η απαγόρευση, συμβολισμοί ανάλογοι με αυτούς της Παλαιάς Διαθήκης (μήλο πρωτόπλαστων και απαγόρευση), κατά μία εκδοχή αποδίδουν την διάθεση στους ανθρώπους της ελεύθερης βούλησης από τον/τους θεούς, και κατά μία άλλη την κακή θεϊκή προαίρεση και χαιρεκακία.

Όσον αφορά τη διατήρηση της ελπίδας μέσα στο πιθάρι, κατά μία εκδοχή αποδίδεται σε μία πράξη φιλευσπλαχνίας προς τους ανθρώπους και κατά μία άλλη, σε μια ακόμα πράξη κακής θεϊκής προαίρεσης, ώστε παρόλες τις δυσβάσταχτες συμφορές να ωθούνται ηττημένοι να συνεχίσουν.

Δεδομένου ότι τα πιθάρια ήταν φτιαγμένα από πηλό (όπως ήταν η Πανδώρα, αλλά και ο Αδάμ), και χρησιμοποιούνταν μεταξύ άλλων ως δοχεία ταφής των νεκρών σωμάτων από τα οποία η ψυχή είχε διαφύγει, το σκεύος που επελέγη ως “δώρο” για την Πανδώρα διατηρεί ιδιαίτερη συμβολική σημασία.

Παρά ταύτα το πιθάρι εσφαλμένα μεταφράστηκε σε κουτί, από τον Έρασμο (Ολλανδός λόγιος 1466-1536), ο οποίος απέδωσε τη λέξη “πίθος” του Ησιόδου, σε “pyxis” που στα λατινικά σημαίνει “κουτί”, ενώ στα αρχαία ελληνικά “πυξίς” ήταν η λέξη για στρογγυλό σκεύος που χρησίμευε ως κοσμηματοθήκη. Η λέξη pyxis μεταφέρθηκε στις διάφορες γλώσσες ως box, boîte κ.ο.κ, επιστρέφοντας εσφαλμένα ως κουτί, ακόμα και στην Ελλάδα.

Ο Αίσωπος, 200 περίπου χρόνια μετά τον Ησίοδο, χρησιμοποιεί σε έναν από τους μύθους του, την ιστορία του πιθαριού παραποιώντας την ως εξής: Ο Δίας έκλεισε μέσα στο πιθάρι όλα τα αγαθά του κόσμου και το παρέδωσε προς φύλαξη σε έναν άνδρα. Αυτός μην μπορώντας να αντισταθεί στην περιέργειά του, το άνοιξε, και μονομιάς όλα τα καλά πέταξαν πάλι προς τους θεούς, αφήνοντας στους ανθρώπους μονάχα την ελπίδα.

Αριστερά η Πανδώρα προσπαθεί να ξαναεγκλωβίσει τις συμφορές του κόσμου, και δεξιά κρητικός πίθος του 675π.Χ., φωτογραφία από: https://www.thetoc.gr/

Περίπου 50 χρόνια μετά τον Αίσωπο, τη δική του εκδοχή για την διατήρηση της ανθρώπινης ελπίδας, δίνει και ο Αισχύλος βάζοντας τον Προμηθέα να δηλώνει πως παραχώρησε στους ανθρώπους τη φωτιά για να ελπίζουν σε μια καλύτερη ζωή, αλλά και δίνοντάς τους τυφλές ελπίδες ώστε να μην μοιρολατρούν για τον θάνατό τους, όντες ακόμα ζωντανοί.

Σε κάθε περίπτωση, η φράση «το κουτί της Πανδώρας» χρησιμοποιείται έως σήμερα για να αποτυπώσει τις ανυπολόγιστες τραγικές συνέπειες που μπορεί να προκύψουν από μια φαινομενικά ασήμαντη πράξη.

Σύμφωνα με μία εκδοχή του μύθου, ο Επιμηθέας και η Πανδώρα απέκτησαν μία κόρη που ονόμασαν Πύρρα η οποία μεγαλώνοντας παντρεύτηκε τον γιο του θείου της Προμηθέα, τον Δευκαλίωνα. Οι δυο τους ήταν οι μόνοι που γλύτωσαν από τον μεγάλο κατακλυσμό και αναδημιούργησαν την ανθρωπότητα.

Πιθανότατα πρόκειται για τον ίδιο κατακλυσμό που αναφέρεται και στην Παλαιά Διαθήκη, παρότι σύμφωνα με τον Αυγουστίνο Ιππώνος, τόσο ο Δευκαλίων όσο και ο Προμηθέας υπήρξαν σύγχρονοι του Μωυσή, και όχι του Νώε.

“Ο κατακλυσμός”, του Leon Comerre, 1911, φωτογραφία έργου από: https://www.wikiart.org/

Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, ο Δίας θέλησε να καταστρέψει το ανθρώπινο γένος το οποίο είχε διαφθαρεί, στέλνοντας στη γη μεγάλη και ασταμάτητη καταιγίδα, ώσπου όλοι οι άνθρωποι να αφανιστούν. Ο Δευκαλίων αφού ενημερώθηκε σχετικά από τον πατέρα του, έφτιαξε ένα σκάφος, του φόρτωσε εφόδια επιβίωσης και επιβιβάστηκε σ’ αυτό μαζί με τη γυναίκα του.

Μετά από εννέα ημέρες κι αφού είχε σταματήσει ο κατακλυσμός, το πλοίο προσάραξε στην κορφή ενός ψηλού βουνού (Παρνασσός ή Αίτνα, ή Άθως, ή Όθρυς) και το ζευγάρι αποβιβάστηκε. Στη συνέχεια, προσευχήθηκαν στον Δία, ζητώντας του την αναγέννηση του ανθρώπινου γένους.

Ο Δίας ικανοποιημένος από την ευσέβειά τους, τους έδωσε έναν χρησμό: να ρίξουν πίσω από την πλάτη τους ‘τα οστά της μητέρας τους’. Το ζευγάρι συμπεραίνοντας πως ο θεός αναφερόταν στη μητέρα Γη, άρχισε να πετάει πίσω του, πέτρες, οι οποίες μεταμορφώθηκαν σε λαό (από τη λέξη λας-λάας που σημαίνει πέτρα). Από τα λιθάρια του Δευκαλίωνα δημιουργήθηκαν οι άνδρες κι από αυτά της Πύρρας, οι γυναίκες.

Σύμφωνα με μία εκδοχή, η πρώτη πέτρα του Δευκαλίωνα μεταμορφώθηκε στον Έλληνα, που υπήρξε ο γενάρχης του ελληνικού λαού, ενώ σύμφωνα με μια άλλη, οι Έλληνες πήραν το όνομά τους από τον γιο του Δευκαλίωνα, τον βασιλιά Έλληνα.

Δευκαλίων και Πύρρα, του Juan Bautista Martinez del Mazo (1612-1667), φωτογραφία έργου από: https://pixels.com/

Αρχικά πάντως ονομάστηκαν Γραικοί από τον γιο της κόρης του Δευκαλίωνα, Πανδώρα (εγγονή της πρώτης Πανδώρας και αδελφής του Έλληνα), η οποία έσμιξε με τον Δία και απέκτησε τον Γραικό (που πιθανότατα σημαίνει γηραιός/αρχαίος).

Η ονομασία “Γραικός” επικράτησε στις γλώσσες του εξωτερικού και η αναφορά στους Έλληνες και στην Ελλάδα εξακολουθεί έως και σήμερα να προέρχεται από αυτήν (Greeks/Greece, Grecs/Grèce, Griechen/Griechenland, Greci/Grecia, Griegos και Grecia κ.ο.κ.).

Από τον βασιλιά Έλληνα και την Νύμφη Ορσηίς, προήλθαν οι τέσσερις ελληνικές φυλές: μέσω των γιων τους, Αιόλου και Δώρου, οι Αιολείς και οι Δωριείς αντίστοιχα, και των εγγονών τους Αχαιού και Ίωνα (γιοι του Ξούθου), οι Αχαιοί και οι Ίωνες αντίστοιχα.

Επιπλέον, από τα εγγόνια του Δευκαλίωνα και της Πύρρας, Μακεδνό και Μάγνη (γιοι της κόρης τους, Θυίας και του θεού Δία) προήλθαν οι Μακεδόνες και οι Μάγνητες αντίστοιχα.

Κείμενο: Πηνελόπη Ν. Δάλλη

Οι 4 ελληνικές φυλές και οι μεταναστεύσεις τους, φωτογραφία από: http://explorethemed.com/EthnicArchaicEl.asp

Πηγές:

  • Ησίοδου, Θεογονία, Έργα και Ημέραι, Ασπίς, Ηρακλέους, Ηοίαι (μτφρ. Π Λεκατσάς), Εκδ. Ζαχαρόπουλος.

  • Αισχύλου, Προμηθεύς Δεσμώτης, μτφρ. θεμελησ γ., Εκδ. Ζαχαρόπουλος-δαιδαλοσ.

  • Έμι Πάτση-Γκάριν «Επίτομο λεξικό Ελληνικής Μυθολογίας», εκδ. οίκος Χάρη Πάτση, Αθήνα, 1969.

  • Εγκυκλοπαίδεια Επιστήμη και Ζωή, εκδ. Χατζηϊακώβου

  • Κέντρο ελληνικής γλώσσας: https://www.greek-language.gr

  • Κρασανάκης, Α. Γ, Ελληνική μυθολογία, εκδ. Η Αθηνά, Αθήνα 1990.

  • Μπαμπινιώτης, Γ. Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα 1998

  • Άγιος Αυγουστίνος (Ίππωνος), Η πολιτεία του Θεού, μτφρ. Δαλέζιος Α., Αθήνα 1954

  • Φωτογραφία εξωφύλλου από: https://www.diodos.gr

Ομήρεια