Τα μοιρολόγια

Ποντιακό μοιρολόι: Ν’ αϊλί εμέν, να βάϊ εμέν. Τ’ ομμάτια μ’ ντο ελέπνε…
(Αλίμονό μου κρίμα μου.Τα μάτια μου τι βλέπουν)

Η επί σειρά αιώνων η σκληρή ζωή των Ελλήνων και οι συνεχόμενοι αγώνες τους για ελευθερία, τους έφερνε καθημερινά αντιμέτωπους με τον θάνατο, οι τρομακτικές διαστάσεις του οποίου τους συγκλόνιζε και τους ωθούσε να εκφράσουν τον σπαραγμό της ψυχής τους με διάφορους τρόπους.

Λόγω των αυστηρών ηθών των παλαιότερων εποχών, μόνο στις γυναίκες επιτρέπονταν να εξωτερικεύσουν αυτόν τον σπαραγμό, καθώς οι άντρες όφειλαν να δείχνουν σκληροί και δυνατοί σε κάθε περίσταση όσο τραγική κι αν ήταν αυτή.

Έτσι την πιο δύσκολη ώρα, παρότι ηττημένες και ανίσχυρες μπροστά στον θάνατο του δικού τους ανθρώπου, οι μοιρολογίστρες στέκονταν πλάι στα άψυχα κορμιά και εξωτερικεύοντας τον πόνο τους στιχουργούσαν και τραγουδούσαν σπαρακτικά, προκειμένου να θρηνήσουν για την τραγωδία που τις συγκλόνισε.

Παρότι κατά κανόνα επρόκειτο για γυναίκες εντελώς αγράμματες, κατάφερναν να ανατρέξουν στις αρχαίες τραγωδίες και στους ύμνους των αρχαίων προγόνων τους, παραδόσεις που ήταν βαθιά ριζωμένες στην ελληνική συνείδηση.

Κρητικό μοιρολόι: Στο Θέρισο ψυχομαχεί όμορφος Αλιφιέρης, κλαίν τον οι μπάντες ,κλαίν τονέ, κλαίν τονέ κι διαβάτες.
Μ' ώσαν τον κλαι' η γυναίκα του, κιανείς δεν τονέ κλαίει:
-”Ποθαίνεις, Αλιφιέρη μου, κι είντα μού παραγγένεις (παραγγέλνεις); Τίνος τ' αφήνεις τα ορφανά,τα έρημα κουράδια (κοπάδια);”.
-”Πρώτα τ' αφήνω στο Θεό και δεύτερο σε σένα καί παραδευτερότερα εις τσι δικολογιές σου (συγγενολόι)”.

Με τον τρόπο αυτόν οι μοιρολογίστρες κάθε περιοχής, εξέφραζαν αριστοτεχνικά την βαθιά οδύνη του ανθρώπου για το αδυσώπητο πεπρωμένο του, εκτόνωναν το βαθύ πόνο του αποχωρισμού, και ενδυναμώνονταν ψυχολογικά, παράλληλα διαμαρτυρόμενες για τη σκληρότητα του Χάρου.

Ηπειρώτικο μοιρολόι:…Ψες βγήκα και πλάγιασα, σε πέτρα, σε λιθάρι κι εκεί ήταν μνήμα κλέφτικο, θαμμένο παλικάρι. [Κι ακούω το μνήμα να βογγά, να βαριαναστενάζει:]
- Ποιος είναι αυτός που με πατεί, απάνω στο κεφάλι; Δεν ήμουν κι εγώ νιος, δεν ήμουν παλικάρι; Παρ' αδερφέ μου το κορμάκι μου και θάψτο στο χωριό μας…

Επιπλέον τα μοιρολόγια αποτελούσαν έναν επικό ύμνο του ανθρώπου προς τη ζωή την ίδια, απαριθμούσαν τα προτερήματα του νεκρού, αναγνώριζαν την τραγική θέση της άμεσης οικογένειάς του, και προσπαθούσαν να παρηγορήσουν τα μέλη της.

Ήλιε μου του μεσημεριού κι αστέρι του μεσονύχτιου, φεγγάρι μου λαμπρότατο, και πού θα βασιλέψεις”;

“Καρδιά μου απαρηγόρητη, λίγο παρηγορήσου, κι άλλες πολλές το πάθανε, δεν είσαι μονάχη σου”.

Αναλόγως δε του τρόπου θανάτου του νεκρού, της ηλικίας του, και της σχέσης της μοιρολογίστρας με αυτόν, οι στίχοι διαφοροποιούνταν ενώ όπου κρίνονταν απαραίτητο υπενθύμιζαν στους οικείους του εκλιπόντος το ιερό τους χρέος τόσο για τη φροντίδα του νεκρού, όσο και για εκδίκηση για τον άδικο θάνατό του.

Οι συνδεόμενες με τον θάνατο λαϊκές εθιμοτελετουργικές πράξεις, ενέργειες και δοξασίες, αποτελούν έναν συνδυασμό των σχετικών αρχαϊκών και χριστιανικών παραδόσεων και αποτυπώνουν την αμεσότητα των μελών των κοινοτήτων με τους νεκρούς τους, ενώ ο θάνατος αντιμετωπίζεται ομαδικά έως και σήμερα σε όλο το τελετουργικό του αποτυπώνοντας τη διαχρονική συλλογική συνείδηση:

Όλες τριγύρω κάτσετε οι χαροκουρσεμένες, άλλες από τον άντρα σας κι άλλες ωχ τα παιδιά σας, κι άλλες από τ’ αδέρφια σας και ωχ τα γονικά σας, όλες να δακρυοχύσετε κι από ‘να μοιρολόι να κάμουν ώριον ποταμό να πάει στον Κάτω Κόσμο για να πλυθούν οι άπλυτοι να πιουν οι διψασμένοι.

Εκτός από την απαράβατη κοινωνική αλληλεγγύη, ο σκοπός των λαϊκών εθίμων και τελετουργιών του θανάτου γενικότερα (θρήνοι, μοιρολόγια, κηδεία, ταφή, μνημόσυνο κ.ά), αποτελεί τη συμβολή των ζωντανών στην μεταβατική πορεία της ψυχής του νεκρού.

Ο στόχος είναι η εξασφάλιση της θεϊκής συγχώρησης, της ειρηνικής συνύπαρξης με τους άλλους νεκρούς, αλλά και η προστασία των ζωντανών από ενδεχόμενη εχθρότητα του νεκρού.

Στις περισσότερες περιοχές το τυπικό που ακολουθούσαν ήταν αυστηρότατο, και με προσδιορισμένη διάρκεια πένθους κατά περίπτωση. Σύμφωνα με τη μελέτη της λαογράφου Αγγ. Χατζημιχάλη οι πενθούσες:

Μανιάτικο μοιρολόι: Μισεύεις Γιώργη, βρε Γιώργη σήμερα.
Πηγαίνεις για τον Άδη και θα βρεις φίλους, βρε Γιώργη κι αδελφούς να περπατάς αντάμα.

“Ίσαμε το χρόνο κλαίνε, μοιρολογάνε, σκούζουν και μαδιώνται μια ώρα κάθε πρωί, μόλις φέξει και λαλήσουν τα κοκόρια. Ύστερα απ’ το γιόμα, πριν γείρει ο ήλιος, ξαναθρηνούν άλλη μια ώρα”.

Με κοινή πεποίθηση την αναπόφευκτη ανθρώπινη μοίρα ο θάνατος συχνά αντιμετωπίζεται με αντιθετική διάθεση (γιατί πικρός ο θάνατος γλυκύς ο απάνω κόσμος), ενώ μέσω των στίχων εκφράζεται τόσο η βεβαιότητα για το αναπόφευκτο του θανάτου, όσο και η πλήρης συνείδητοποίηση του οριστικού χαμού μέσω του μακαρισμού της φύσης που αποτελεί το μόνο σταθερό σημείο του κόσμου:

“Καλότυχα ‘ναι τα βουνά, καλότυχοι ‘ναι οι κάμποι, δεν καρτερούν το θάνατο, δε λεν πως θα πεθάνουν, μον’ καρτερούν την άνοιξη, το Μάη με τα λουλούδια.

-Πότε, γιε μου, θα ‘ρθεις, πότε να σε προσμένω;

-Όντας θ’ ασπρίσει ο κόρακας κι όντας μαυρίσει ο γλάρος, κι όντας θα στύψει η θάλασσα και σπείρετε κριθάρι, τότε μάνα ΄μ, να καρτερείς, τότε μάνα μ’ θα έρτω”.

Κείμενο: Πηνελόπη Ν. Δάλλη

Πηγές:

Ριζίτικο μοιρολόι,με περιεχόμενο τον σπαραγμό τση λυγερής για τον αντρειωμένο τζη.

  • Αναγνωστόπουλος Ι, Ο θάνατος και ο κάτω κόσμος στη δημοτική ποίηση, Αθήνα 1984

  • Θανόπουλος Γ., “Ο κύκλος της ζωής: γέννηση-γάμος-θάνατος”, στο Αικατερινίδης Γ. κ.ά, Δημόσιος και Ιδιωτικός Βίος στην Ελλάδα ΙΙ: Οι Νεότεροι Χρόνοι, τόμος Α: Ο Νεότερος Λαϊκός Βίος, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2002.

  • Λιαμής Η.: https://www.pemptousia.gr/2022/05/to-maniatiko-miroloi/

  • Λουκάτος Δ, Εισαγωγή στην Ελληνική Λαογραφία Αθήνα 1977

  • Μέγας Γ. Ζητήματα Ελληνικής Λαογραφίας Αθήναι 1975 (ανατύπωση).

  • Οικονομίδου Δ.Β, “Ο θρήνος του νεκρού εν Ελλάδι” Ε.Κ.Ε.Ε.Λ. τεύχη 18-19, 1965-1966.

  • Πολίτης Α, “Το δημοτικό τραγούδι, τόμος ΙΑ, Ι.Ε.Ε, εκδ. Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα.

  • Πολίτης Ν. Γ. “Τα κατά την τελευτήν” (1872), Λαογραφικά Σύμμεικτα, τόμος Γ, 1931.

  • Χατζημιχάλη Α, Οι Σαρακατσάνοι τόμος Α, μέρος Α, Αθήνα 1957.

Φωτογραφία εξωφύλλου: Νικηφόρος Λύτρας, Ψαριανό Μοιρολόι (1888), απο https://commons.wikimedia.org

Ομήρεια