Η "Ακρασία" κατά τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη

φωτό από: https://gsmgoodssk.life/product_details/27988664.html

Η αδυναμία του ανθρώπου να διατηρήσει την αυτοκυριαρχία του, και η δυσκολία του να επιλέξει αυτό που γνωρίζει πως είναι ηθικά καλό, έναντι του κακού, ονομάστηκε ακρασία, και απετέλεσε ζήτημα που απασχόλησε την αρχαιοελληνική σκέψη.

Η σωκρατική άρνηση για την ύπαρξη της ακρασίας, στον Πρωταγόρα του Πλάτωνα, αναθεωρήθηκε αργότερα από τον ίδιο τον Πλάτωνα στην Πολιτεία, ενώ ο Αριστοτέλης, στα βιβλία των Ηθικών Νικομαχείων, πρότεινε την τροποποίηση της σωκρατικής ερμηνείας, καθώς αυτή «βαίνει ενάντια στα φαινόμενα».

Ο Σωκράτης αποκλείει την ύπαρξη της ακρασίας, θεωρώντας πως για τις  εσφαλμένες επιλογές, ευθύνεται αποκλειστικά και μόνο η άγνοια που προέρχεται από την έλλειψη αρετής και γνώσης, ενώ ο ώριμος Πλάτωνας πιστεύει πως η τριμερής ανθρώπινη ψυχή μπορεί να οδηγήσει στην ακρασία, ακόμα και τους κατόχους της ηθικής γνώσης.

Ο Αριστοτέλης  απομακρυνόμενος απ’ το σωκρατικό μοντέλο, θεωρεί πως η ηθική γνώση δεν βρίσκεται σε εξάρτηση με τον χαρακτήρα, ενώ εστιάζει στην ηθική ποιότητα των πράξεων του ανθρώπου, και θεωρεί φρόνιμο όχι αυτόν που κάνει τελικά το σωστό, αλλά αυτόν που τον καθοδηγεί η ανάλογη προδιάθεση.

Σωκράτης

Εφαρμόζοντας την ελεγκτική μέθοδο ο Σωκράτης, στον διάλογό του με τον Πρωταγόρα, επιδιώκει την απόδειξη του γεγονότος, ότι ο ψυχολογικά υγιής και γνώστης του αγαθού, άνθρωπος, θα πάρει άμεσα και χωρίς αμφιταλαντεύσεις τη σωστή απόφαση. 

Ο θάνατος του Σωκράτη, έργο του Jacques-Louis David (1748-1825), φωτό από: https://www.worldhistory.org/trans/el/1-339/

Η μόνη περίπτωση που κάποιος θα θελήσει να πράξει το κακό, είναι είτε λόγω άγνοιας, είτε λόγω σοβαρής αδυναμίας του νου του. Σύμφωνα με τον Σωκράτη, τον στόχο του ανθρώπου για την επίτευξη της ευτυχίας του, παρεμποδίζει μόνο η έλλειψη εγκράτειας, η οποία όμως δεν υφίσταται, εφόσον κατακτηθεί η γνώση, αλλά και η αρετή που αποτελεί μία συγκεκριμένη ψυχική κατάσταση.

Η καθολικά ενάρετη ψυχή, κατέχει ανδρεία, σωφροσύνη, δικαιοσύνη, φιλία, οσιότητα και σοφία που σε συνδυασμό με τη γνώση, δεν μπορεί παρά μονάχα να οδηγήσει στην άριστη επιλογή πράξεων που κατευθύνουν προς την ευδαιμονία.

Σύμφωνα με τον Πρωταγόρα, η αδυναμία αντίστασης στις ηδονές δεν οφείλεται στη φύση κάποιου αλλά στην ελλιπή του γνώση, έτσι συχνά επιδιώκει απολαύσεις ταυτίζοντάς τες με το αγαθό. Ο Σωκράτης υποστηρίζει πως μεμονωμένα η απόλαυση, δεν καταλήγει στην ευτυχία, η οποία μπορεί να προσεγγιστεί μονάχα με την ικανότητα του ανθρώπου να καθορίζει το μέτρο, και να εκτιμά σωστά τις καταστάσεις και τις συνέπειές τους. Επομένως εφόσον η επαρκής γνώση έχει ήδη κατακτηθεί, οι ηθικά σωστές επιλογές αποτελούν μονόδρομο, καθώς η αλήθεια ταυτίζεται με τη γνώση, και είναι αδύνατον να υποδουλωθεί σε πάθη που παρεμποδίζουν την πρόοδο, και τον δρόμο προς την αρετή.

Για τον Σωκράτη το μόνο κίνητρο για το σύνολο των ανθρώπινων πράξεων είναι ένα κοινό πλαίσιο σκοπιμότητας, για το προσωπικό αλλά και το γενικό καλό. Για τη διαμόρφωση του πλαισίου, καθοριστικές είναι οι βάσεις της αλήθειας και της ηθικής, στην γνωσιολογική κατάσταση του ατόμου, οι οποίες κατευθύνουν τις πράξεις του, και καθιστούν αδύνατη την ύπαρξη της ακρασίας.

φωτό από:https://www.lavart.gr/πλάτωνας-30-βήματα-για-να-υιοθετήσετε-τ/

Την διάκριση μεταξύ πραγματικού και απατηλού αγαθού, την κάνει η ψυχή, που αποτελεί το ουσιώδες μέρος του ανθρώπου, ενώ η αρετή αποτελεί την επιστήμη του αγαθού, με σαφή υπεροχή σε σχέση με τις άλλες μορφές γνώσης, καθώς μονάχα η αρετή γνωρίζει την σωστή κατεύθυνση, κάθε γνώσης, και κατευθύνει τον άνθρωπο προς την ευδαιμονία. Η αρετή, η γνώση και η εγκράτεια αποτελούν έννοιες αλληλένδετες καθώς αλληλοσυμπληρώνονται και αλληλοεξηγούνται, ενώ η μία αποτελεί προϋπόθεση και ολοκλήρωση της άλλης.

Πλάτωνας

Σε αντίθεση με τον Σωκράτη που υποτιμά την ισχύ των παθών, συγκρινόμενων με την αρετή που πηγάζει απ’ την γνώση, ο ώριμος Πλάτωνας, παρουσιάζει την ακρασία σχεδόν ως αναπόφευκτη, και καταλήγει στην εμπεριστατωμένη αποδοχή της.

Οι απόλυτες σωκρατικές απόψεις, επανεξετάζονται στην Πολιτεία, που με αφετηρία το σκεπτικό περί ψυχολογικών κινήτρων, καταλήγει στο συμπέρασμα, πως η ψυχή διαχωρίζεται σε τρία συνυπεύθυνα για τις ανθρώπινες επιλογές μέρη, που καταλήγουν σε αποφάσεις και πράξεις είτε ιδανικές, είτε παρεμποδιστικές ως προς την αυτοβελτίωση.

Τα τρία μέρη, που ονομάζει λογιστικό, επιθυμητικό και θυμοειδές, ικανοποιούνται με διαφορετικό τρόπο, χαρακτηρίζονται από διαφορετικές αρετές, ενώ η αμφιταλάντευση ανάμεσα στις κατά καιρούς αντικρουόμενες ανθρώπινες επιθυμίες, οφείλεται στη διαμάχη αλλά και στην αλληλεπίδρασή τους.

Σωκράτης και Πλάτωνας, φωτό από: https://terrapapers.com/sokratis-platonas-i-outopia/

Το θυμοειδές μέρος, επιδιώκει την ικανοποίηση της ανθρώπινης τιμής, ενώ το επιθυμητικό, που βρίσκεται πλησιέστερα στο σώμα παρά στο πνεύμα, έχοντας βραχυπρόθεσμους στόχους, αφοσιώνεται στις εφήμερες απολαύσεις.

Το λογιστικό μέρος, συνδέεται με την διανοητική ροπή του ατόμου, και στοχεύει σε μακροπρόθεσμα ευεργετικά αποτελέσματα, χρησιμοποιώντας τα άλλα δύο, ώστε να εξευγενιστούν και να επιτελέσουν δίκαια και ισορροπημένα το έργο τους. Είναι υπεύθυνο για την ανθρώπινη αυτοκυριαρχία, και την άρνηση, ή την αποδοχή των πρόσκαιρων ηδονών, και αν δεν καταφέρει να επιβληθεί στα άλλα δυο, το άτομο βρίσκεται στο έλεος των παρορμήσεών του, και οδηγείται στο φαινόμενο της ακρασίας.

Αριστοτέλης

Ο Αριστοτέλης αποδεχόμενος την σχετική σωκρατική εισήγηση, θεωρεί πως όποιος κατέχει φρόνηση, κατέχει και το σύνολο των αρετών χαρακτήρα, και το αντίστροφο, καθώς ο φρόνιμος γνωρίζει τι πρέπει να κάνει, και ζει ευτυχισμένος κάνοντάς το, χωρίς να βασανίζεται από εσωτερικές συγκρούσεις. Απορρίπτει το σωκρατικό συμπέρασμα, περί ανυπαρξίας της ακρασίας, επικαλούμενος τα δεδομένα της εμπειρίας, που αποδεικνύουν πως συχνά άνθρωποι με ορθή κρίση, και πραγματική γνώση, επιδεικνύουν ακράτεια, υπό την επήρεια του πάθους, καθώς η απόλυτη φρόνηση είναι τόσο απαιτητική, που αποτελεί σπάνια αρετή. Αλλάζοντας το πλαίσιο στο οποίο έθεσε ο Σωκράτης το θέμα της ακρασίας, ο Αριστοτέλης, εντοπίζει το ζητούμενο, όχι στο αν το συναίσθημα μπορεί να υποσκελίσει τη γνώση, της οποίας η σπουδαιότητα είναι αναμφισβήτητη, αλλά τη λογική, ενώ θεωρεί πως ακόμα και μια απλή γνώμη, ενδεχομένως να είναι εξίσου αναμφισβήτητη με την πραγματική γνώση.

Η Σχολή των Αθηνών (1509-1511) νωπογραφία του Ραφαήλ με θέμα την αρχαιοελληνική φιλοσοφία και κεντρικό πρόσωπο τον Αριστοτέλη, φωτό από : https://el.wikipedia.org/wiki/The_School_of_Athens%22_by_Raffaello_Sanzio_da_Urbino.jpg

Προσπαθώντας να δώσει ερμηνεία στον σωκρατικό συλλογισμό, ο Αριστοτέλης, παραδέχεται πως πράγματι η άνευ όρων αποδοχή της ακρασίας, συγκρούεται με την ανθρώπινη επιθυμία για ευδαιμονία. Προκειμένου να εξαλείψει την αντίφαση, που προκύπτει απ’ το γεγονός πως αρκετοί άνθρωποι με σύμμαχο τη γνώση, ενώ στοχεύουν στο συμφέρον τους, συχνά πράττουν εναντίον του, προβαίνει στη διάκριση της γνώσης ανάμεσα σε είδη.

Προσαρμόζοντας τη φιλοσοφική του θεωρία στην εμπειρία, παρουσιάζει την αλήθεια που υπάρχει στις κοινώς αποδεκτές γνώμες, αλλά και στη διχογνωμία των απόψεων αυτών. Επαινεί την εγκράτεια και την καρτερία, κατακρίνει την ακρασία και τη μαλθακότητα, και αντιπαραβάλει τους σταθερούς λογικούς λογισμούς των εγκρατών, στην αστάθεια, και στις αξιοκατάκριτες παρορμητικές πράξεις των ακρατών.

Το «ουδείς εκών κακός» του Σωκράτη, δεν βρίσκει σύμφωνο τον Αριστοτέλη, που υποστηρίζει πως η αρετή και η κακία εναπόκεινται στον χαρακτήρα του κάθε ανθρώπου, ενώ η ηθική γνώση προϋποθέτει ηθική αρετή και οι ενάρετες πράξεις οφείλουν να είναι εκούσια αποτελέσματα καλής προαίρεσης. Ο Αριστοτέλης θεωρεί πως υπάρχει ένα άλογο μέρος στην ανθρώπινη ψυχή, υπεύθυνο για τα πάθη, που οδηγεί τον άνθρωπο να κάνει το κακό, ενώ γνωρίζει το καλό.

Στον πυρήνα της ηθικής ο Αριστοτέλης, όπως και ο Σωκράτης, τοποθετεί την ευδαιμονία, όμως αναγνωρίζει ως ακρασία, την ηθική αδυναμία, που οδηγεί στην επιλογή της παρόρμησης εναντίον της λογικής, πιστεύοντας πως έχει διαβαθμίσεις, όπως έχει και η αρετή. Η αρετή του χαρακτήρα, σε αντίθεση με την αρετή της σκέψης, δεν αποτελεί προϊόν διδασκαλίας, αλλά διαμορφώνεται με τη συνήθεια (εξ εθους περιγίνεται), καθώς η συνεχής επανάληψη δραστηριοτήτων συγκεκριμένου ηθικού τύπου, καθιστά το άτομο επιρρεπές, στο να λειτουργεί με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Έτσι, με τον ίδιο τρόπο που ένας τεχνίτης αποκτά την δεξιότητά του, με τη συνεχή ενασχόληση με την τέχνη του, έτσι κι αυτός που ασκείται συνεχώς στις πράξεις εγκράτειας (ή ακρασίας), γίνεται εγκρατής (ή ακρατής), τόσο, όσο αυτό να αποτελέσει τη δεύτερη φύση του.

Ο Αριστοτέλης, φωτό από: https://thenewhellenictimes.com/aristotelis-o-pateras-ton-epistimon-toy-dytikoy-kosmoy/

Αναλογιζόμενος τον συλλογισμό του Σωκράτη περί ανυπαρξίας της ακρασίας, υποδούλωσης της γνώσης, και μη ενσυνείδητης ενέργειας εναντίον του αγαθού, ο Αριστοτέλης εντοπίζει ένα παράδοξο. Εφόσον η εγκράτεια εμφανίζεται εξαιτίας ευτελών παρορμήσεων, τότε αποτελεί έννοια ασύμβατη με τη σωφροσύνη, αφού οι σώφρονες δεν προβαίνουν οικειοθελώς σε αξιοκατάκριτες πράξεις, επομένως οποιαδήποτε αντίστασή τους στις ηδονές, θα τους καθιστούσε ταυτοχρόνως φρόνιμους και ακρατείς.

Ο Αριστοτέλης παρουσιάζει την ακρασία ως προσωρινή ψυχοσωματική κατάσταση παρόμοια της επιληπτικής κρίσης, κατά την οποία το επιθυμητικό μέρος της ψυχής, λόγω κάποιων επιδράσεων αδρανοποιεί την ικανότητα εφαρμογής της υφιστάμενης γνώσης.

Δεδομένου δε, της ποικιλίας των μορφών της, η ακρασία, δεν μπορεί να αποδοθεί ως γενικό και απόλυτο χαρακτηριστικό κάποιου, αφού κανείς δεν διακατέχεται από όλες της τις μορφές. Ακόμα κι αν δύο ακρατείς προβούν στις ίδιες ακριβώς πράξεις, μπορεί να ωθούνται από διαφορετικά κίνητρα. Για παράδειγμα ένας ασθενικός ακρατής έχει ήδη σκεφτεί και αποφασίσει ποιο είναι το σωστό, όμως πράττει το ακριβώς αντίθετο, ενώ ένας προπέτης παρασύρεται απ’ την παρόρμησή του απερίσκεπτα, χωρίς να έχει καταλήξει ως προς την ορθότητα της πράξης του.

Ο Αριστοτέλης θεωρεί πως η γνώση την οποία αναφέρει ο Σωκράτης, παρότι είναι συχνά δεδομένη τόσο για τον ενάρετο και τον εγκρατή, όσο και για τον άσωτο, δεν οδηγεί απαρέγκλιτα στην ηθική πράξη, ενώ ακόμα και κάποιος γενικώς μικρόψυχος μπορεί περιστασιακά ή τυχαία να προβεί σε μια μεγαλόψυχη πράξη, χωρίς αυτό να τον κάνει ενάρετο. Πραγματικά ενάρετη, είναι μόνο η πράξη που αποτελεί αυτοσκοπό του πράττοντος, με κίνητρα που απορρέουν από την ηθική του αρετή και τον ωθούν να πράξει συνειδητά και όχι μηχανιστικά (όπως θα έκανε για παράδειγμα ένας εκπαιδευμένος σκύλος), ενώ αναφέρει και περιπτώσεις που η εγκράτεια καθιστά κάποιον άκαμπτο, και μη δεκτικό σε πιθανόν σωστότερες γνώμες, ή καταστάσεις που απαιτούν προσαρμοστικότητα.

Πλατων, Σωκράτης και Αριστοτέλης, φωτό από: https://www.sutori.com/en/story/periegese-ston-platona--edJmCQmMAMHC6GHvEERN5kez

Εξαιρώντας τους απολύτως σώφρονες, ο Αριστοτέλης, πιστεύει πως οι άνθρωποι χωρίζονται σε φαύλους, εγκρατείς, ακρατείς και θηριώδεις. Οι εγκρατείς όπως και οι σώφρονες, δεν δρουν άλογα για χάρη των σωματικών ηδονών, με τη διαφορά πως οι πρώτοι διατηρούν φαύλες επιθυμίες, τις οποίες όμως αντιπαλεύουν πριν τελικά κάνουν το σωστό.

Οι ακρατείς ενώ γνωρίζουν το αγαθό και ενδεχομένως προσπαθούν να αντισταθούν, τελικώς σε αντίθεση με τους εγκρατείς, ενδίδουν στα πάθη τους. Διαφέρουν από τους φαύλους, καθώς δεν υποκινούνται από ηθική κακία, ούτε συγχέουν το πραγματικό, με το φαινομενικό αγαθό, αλλά διατηρούν τις ηθικές τους πεποιθήσεις, και έχουν συναίσθηση του λάθους τους.

Ακραία ηθική συμπεριφορά αποδίδει ο Αριστοτέλης στους θηριώδεις, οι οποίοι αρνούμενοι να αναγνωρίσουν το αγαθό, είναι έρμαια των επιθυμιών τους, έχοντας διαφθαρεί ενδεχομένως εξαιτίας κάποιας ασθένειας, ή συνήθειας από την παιδική τους ηλικία.

Κείμενο: Πηνελόπη Ν. Δάλλη

 Πηγές:

φωτό από: https://www.shutterstock.com/el/image-vector/ancient-greek-scientists-philosophers-thinkers-plato-107363663

  • Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, (μτφρ. Δημήτριος Λυπουρλής) τόμος 2ος, Θεσσαλονίκη, 2006. (https://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/index.html?author_id=122 )

  • Πλάτων, Πρωταγόρας. Μτφ. Η. Σπυρόπουλος, Θεσσαλονίκη, 2009 (https://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/browse.html?text_id=27)

  • Πλάτων, Πολιτεία. Μτφ. Ι. Γρυπάρης, Αθήνα, χ.χ. (https://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/browse.html?text_id=111&page=51 )

  • Βιρβιδάκης Σ. κ. ά., Η ελληνική φιλοσοφία από την Αρχαιότητα έως τον 20ο αιώνα, τ.Α’, Πάτρα ΕΑΠ 2000.

  • Vegetti Μ., Ιστορία της αρχαίας φιλοσοφίας (μτφ. Ι.Α. Δημητρακόπουλος), Αθήνα, 2000.

  • Bormann Κ., Πλάτων (μτφ. Ι. Καλογεράκος), Αθήνα, 2006.

  • Ross W.D., Αριστοτέλης (μτφ. Μ. Μητσού), Αθήνα, 1991.

  • Βασιλείου Ι., «Αρχαία Ηθική», στο: Γ. Καραμανώλης (επιμ.), Εισαγωγή στην Αρχαία Φιλοσοφία, Αθήνα, 2017.

  • Κόντος Π., Τα δύο ευ της ευτυχίας, Αθήνα - Ηράκλειο, 2018.

  • Λεοντσίνη Ε., «Σωκρατικά ηθικά παράδοξα και αριστοτελική ακρασία», Φιλοσοφία 37, 2007.

Ομήρεια