Ερυθρόμορφη αττική αγγειογραφία
Από τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ., η Αττική είχε ήδη καθιερωθεί ως κορυφαίο κέντρο κεραμεικής της Μεσογείου.
Στον ενάμιση αιώνα διάρκειας της κυριαρχίας αυτής, παρατηρείται μία συνεχής τεχνική και διακοσμητική εξέλιξη.
Η επινόηση της ερυθρόμορφης αγγειογραφίας δε, με τις πολύμορφες τεχνοτροπίες της, αύξησε τη δραστηριότητα στα αγγειοπλαστικά εργαστήρια και κάλυψε την αισθητική ανάγκη των δημιουργών και των αγοραστών, παρέχοντας τη δυνατότητα εξελιγμένων ζωγραφικά σχεδίων.
Στην εικονογραφία της εποχής αντικατοπτρίζεται το ιδεώδες αλλά και η πραγματικότητα της αθηναϊκής κοινωνίας.
Από τους πρώτους αγγειογράφους και αγγειοπλάστες ήταν ο Εξηκίας που τα έργα του χαρακτηρίζονται από κομψότητα, ηρεμία και πλούσιες λεπτομέρειες.
«Πατέρας» όμως της ερυθρόμορφης τεχνικής για τη διακόσμηση των αγγείων, θεωρείται ο ζωγράφος του Ανδοκίδη, ο οποίος υπήρξε μαθητής του Εξηκία, και περί το 525 π.Χ, πέτυχε να διατηρήσει το κόκκινο χρώμα του πηλού.
Οι λεπτομέρειες, καθώς και το βάθος της παράστασης, βάφονται μαύρα, και το αποτέλεσμα, αποτελεί τεχνική αντίστροφη της μελανόμορφης τεχνικής που αποτελούνταν από μαύρες μορφές σε κόκκινη επιφάνεια.
Η νέα τεχνική, δίνει μεγαλύτερο όγκο στις μορφές, ενώ η χρήση του αραιωμένου γανώματος, και τα διαφορετικού πάχους πινέλα, αποδίδουν ένταση στις λεπτομέρειες, κάνοντας τις παραστάσεις περισσότερο «ζωγραφικές», απ’ ό,τι στο παρελθόν.
Αρχικά, τα αγγεία ήταν «δίγλωσσα», με μία μελανόμορφη και μία ερυθρόμορφη όψη, ενώ αρκετοί αγγειογράφοι εξακολούθησαν να χρησιμοποιούν την προγενέστερη τεχνική.
Εκπρόσωποι του πρώιμου ρυθμού, της ερυθρόμορφης αγγειογραφίας, θεωρούνται οι Ευφρόνιος, Σμίκρος, Φιντίας, Ευθυμίδης, οι ζωγράφοι του Δίκαιου, του Σωσία κ.ά.
Παρότι γενικά διατήρησαν την αρχαϊκή συμβατικότητα, από το τέλος του 6ου αιώνα, εκμεταλλεύτηκαν γνώσεις ανατομίας, για την απόδοση των σωμάτων, ενώ χρησιμοποίησαν ανάγλυφη γραμμή για τα περιγράμματα, αραιωμένο γάνωμα, και διάφορες καινοτομίες για τις λεπτομέρειες.
Από το 500 π.Χ. ο ώριμος πλέον ρυθμός της ερυθρόμορφης αγγειογραφίας, εισάγει συνθέσεις ελεύθερες, με κίνηση, ένταση, και πάθος.
Ο Δούρις, χρησιμοποιεί καθαρές και φωτεινές γραμμές, και θεωρείται ως ο κατεξοχήν αγγειογράφος των κυλίκων του ώριμου ρυθμού.
Ιδιαιτέρως γνωστό είναι το έργο του που αντικατοπτρίζει τον τομέας της εγγράμματης και της μουσικής εκπαίδευσης των παιδιών της εποχής του.
Ο Δούρις, παρουσιάζοντας σε μία κύλικα σχολικές σκηνές, μας εισάγει στον κόσμο του εκπαιδευτικού συστήματος της Αρχαίας Αθήνας.
Αναλυτικες πληροφοριες για τη συγκεκριμενη κυλικα του Δουρη υπαρχουν στο: https://mnimesellinismou.com/arxaiotita/-aggeiografia-kai-ekpaideusi
Ο Μάκρων, απεικονίζει τα γυναικεία ενδύματα φουσκωτά, και μακριά, ενώ συνεργάζεται μόνο με τον κεραμέα Ιέρωνα.
Οι ζωγράφοι του Κλεοφράδη και του Βρύγου, ζωγραφίζουν με δραματική ένταση, ενώ ο ζωγράφος του Βερολίνου, αγγειογραφεί ολιγοπρόσωπες παραστάσεις, σε μεγάλες επιφάνειες.
Οι φωτεινές μοναχικές μορφές του, πάνω στη σκούρη επιφάνεια του αγγείου, απέκτησαν αρκετούς μιμητές στα επόμενα χρόνια.
Η επινόηση του ερυθρόμορφου ρυθμού, απετέλεσε επανάσταση στην καλλιτεχνική δημιουργία της εποχής, και εξαιτίας του, η αγγειογραφία κινήθηκε προς στην απεικόνιση της τρισδιάστατης πραγματικότητας, σε επίπεδη επιφάνεια (ιλουζιονισμός).
Οι μορφές αποδίδονταν φυσιοκρατικά, με ακρίβεια και λιτότητα.
Οι στάσεις του σώματος αποκτούν μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων, σπάζοντας την παράδοση που ήθελε την απεικόνιση αβαθή, και σε δύο μόνο όψεις, και εμφανίζεται η φυσική κίνηση, στον τρισδιάστατο χώρο.
Η θεματολογία εμπλουτίστηκε με επικές και μυθολογικές σκηνές, και συχνά με προγραμματικές, με μηνύματα σχετικά με τις ελληνικές μάχες, εναντίον των Περσών.
Επίσης, απεικονίζονται πολιτικές, θρησκευτικές, αλλά και σκηνές, της καθημερινής ζωής της εποχής.
Στα τέλη του 5ου αιώνα, επικρατεί μια τάση φυγής από τα βιώματα του Πελοποννησιακού πολέμου, ενώ κατά τον 4ο αιώνα, συναντώνται συχνά ειδυλλιακές παραστάσεις, αλλά και σκηνές θεάτρου, κυρίως στην κεραμεική της Κάτω Ιταλίας.
Από το 480 π.Χ., το σώμα αποκτά ακόμα μεγαλύτερη χάρη και κίνηση.
Οι αγγειογράφοι της κλασικιστικής σχολής, έχουν επηρεαστεί από το κλίμα που επικρατεί στην Αθήνα του Περικλή, καθώς και από τα γλυπτά του Παρθενώνα, και δημιουργούν συνθέσεις ισορροπημένες, με ήρεμες και μεγαλόπρεπες μορφές.
Οι προοδευτικότεροι, στοχεύουν στην απόδοση του βάθους, μιμούμενοι τα επιτεύγματα της ελεύθερης ζωγραφικής, ενώ την εμφάνισή τους κάνουν τα λευκά, ή χρυσά επιχρίσματα δημιουργώντας μία φαντασμαγορική νέα τεχνοτροπία όπως στα αγγεία του πλούσιου ρυθμού (420-390 π.Χ.) του Κερτς, και τα Κατωιταλιωτικά.
Γύρω στο 400 π.Χ, ένας απ’ τους αγγειογράφους της εποχής, διακοσμεί τον μεγάλο ελικωτό κρατήρα του Προνόμου, αντλώντας έμπνευση από τον θεατρικό κόσμο.
Πρόκειται για το σημαντικότερο και πιο καλοδιατηρημένο αγγείο, των κλασικών χρόνων, το οποίο ανακαλύφθηκε το 1835 στην Απουλία, και σήμερα βρίσκεται στο αρχαιολογικό μουσείο της Νάπολης στην Ιταλία.
Αναλυτικες πληροφοριες για τον συγκεκριμενο κρατηρα υπαρχουν στο:https://mnimesellinismou.com/arxaiotita/-thetrikos-kosmos-aggeio-pronomou
Κείμενο: Πηνελόπη Ν. Δάλλη
Πηγές:
Gisella Richter, Αρχαία Ελληνική Τέχνη. Κεραμεική και Αγγειογραφία Χασιάκου, Αθήνα 1986.
Γεωργία Κοκκορού-Αλευρά, Η Τέχνη της αρχαίας Ελλάδας, Αθήνα 1990
Ι. Γιαννόπουλος, Γ. Κατσιαμπούρα, Αλ. Κουκουζέλη, Σημαντικοί σταθμοί του Ελληνικού Πολιτισμού, Πάτρα 2000.
Παγκόσμιο Ινστιτούτο Ελληνικού Πολιτισμού, ΕΛΞΕΥΣΙΣ, elxefsis.com
Βαλτιμόρη, The Walters Art Museum
Ελληνικός Πολιτισμός, users.sch.gr
Κατάλογοι Περιοδικών Εκθέσεων του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου.