Κοινωνικοπολιτική κρίση στην Αρχαιότητα ως συνέπεια του αποικισμού
Η αγροτική κρίση οδήγησε τους Έλληνες στην αναζήτηση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης μακριά από τις πατρίδες τους. Ο αποικισμός οδήγησε στην ανάπτυξη του εμπορίου, συνεισέφερε στην ανταλλαγή πολιτισμού και τεχνογνωσίας ανάμεσα στους πληθυσμούς, και επηρέασε σημαντικά ολόκληρο τον Μεσογειακό κόσμο σε διάφορα επίπεδα.
Πληροφοριες για τα αιτια του αποικισμου και τη συμβολη του στην οικονομικη εξελιξη των πολεων, εδω: https://mnimesellinismou.com/180469509264/-apoikismos-kai-oikonomia
Η οικονομική ανάπτυξη, ως απόρροια της εμπορικής ακμής της περιόδου αυτής, έφερε μεν την προσδοκώμενη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, παράλληλα όμως έπαιξε αποσταθεροποιητικό ρόλο στις ελληνικές κοινωνίες.
Οι πόλεις-κράτη, κλήθηκαν για μια ακόμη φορά, να αντιμετωπίσουν μια σειρά από κρίσεις, σε κοινωνικό και σε πολιτικό επίπεδο, που παρότι η έκφρασή τους διαφοροποιούνταν σε κάθε πόλη, διερμήνευαν παντού μια διαταραχή της ισορροπίας, που οδήγησε τον ελληνικό κόσμο στην απόκτηση μιας νέας φυσιογνωμίας. Οι οικονομικές εξελίξεις, προκάλεσαν κοινωνικές και πολιτικές αναταραχές στις πόλεις-κράτη. Η νέα κατηγορία πολιτών, έχοντας αποκτήσει οικονομική δύναμη, διεκδικεί τώρα την κοινωνική της άνοδο, και τη συμμετοχή της στην άσκηση εξουσίας. Η κρίση στις μητροπόλεις επιδεινώνεται, και η αξίωση για ίση κατανομή της γης -όπως ήδη επικρατεί σε αρκετές αποικίες, από την ίδρυσή τους ακόμα- ωθεί σε σημαντικές κοινωνικοπολιτικές μεταβολές.
Η ανάπτυξη του εμπορίου και της βιοτεχνίας, σε οικονομικό επίπεδο ευνόησε την τάξη των ευγενών, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη, αφού αποκόμισαν κέρδη από τους ασθενέστερους, και κυρίως από τους χωρικούς. Με σχετικά επαγγέλματα, ασχολούνταν κυρίως άνθρωποι των χαμηλών στρωμάτων, που δεν συμμετείχαν στην πολιτική ζωή, έτσι, ο έλεγχος της πόλης προς το εμπόριο ήταν περιορισμένος.
Η αριστοκρατία γενικώς περιφρονούσε τους εμπόρους, παρότι κάποιοι ευγενείς, είχαν ευκαιριακή, ή και συστηματική εμπορική ενασχόληση. Αντλούσαν όμως έμμεσα κέρδη, μέσω της βελτίωσης της αποδοτικότητας των γεωργοκτηνοτροφικών εργασιών, της αύξησης στη ζήτηση, και της ανόδου των τιμών των παραγόμενων προϊόντων.
Η άνθηση του εμπορίου, επιδείνωσε την ήδη υπάρχουσα κρίση, μιας κοινωνίας μεγάλων αντιθέσεων. Οι λίγοι, κατέχουν όλα τα δικαιώματα των πολιτικών αποφάσεων, και έχουν στην κατοχή τους μεγάλες εκτάσεις γης, στις οποίες εργάζονται εξαρτημένοι αγρότες και δούλοι, ενώ αυτοί ζουν πολυτελώς.
Το πλήθος των χωρικών, έχει μετατραπεί σε δουλοπάροικους, με υποχρέωση καταβολής τεράστιων οφειλών σε είδος, στους πλούσιους ευγενείς. Οι βιοτέχνες, είναι μεν απαραίτητοι λόγω τεχνογνωσίας, αλλά δεν τους επιτρέπεται η ένταξη στο δήμο. Η δικαιοσύνη αντιμετωπίζεται υποκειμενικά, από τους ευγενείς, που δικάζουν και αποφασίζουν κατά το δοκούν, αφού δεν υπάρχουν ακόμα γραπτοί νόμοι όπως αιτούνται οι περισσότερες πόλεις. Κάποιοι μάλιστα χρηματίζονται προκειμένου να εκδώσουν άδικες δικαστικές αποφάσεις.
Η ζήτηση από τους εμπόρους για δανειοδότηση αυξάνεται, καθώς και η ζήτηση για δούλους. Οι δούλοι πωλούνται παρανόμως, αλλά και νομίμως, αφού ο νόμος προβλέπει την πώληση ακόμα και των οικογενειών των οφειλετών, εφόσον δεν καταφέρουν να εξοφλήσουν τους τόκους των οφειλών τους. Κι όσοι εξακολουθούν να πληρώνουν τους τόκους, το κάνουν δουλεύοντας σε δεσμευμένα κτήματα, σχεδόν ως δουλοπάροικοι.
Στην πολιτική, οι αριστοκράτες μειώνουν τους ενεργούς πολίτες, και επιδίδονται σε ανταγωνισμό κατάληψης της εξουσίας χωριζόμενοι σε μερίδες. Όταν καταλαμβάνεται η εξουσία από μια παράταξη, οι αντίπαλοι εξορίζονται ή ξενιτεύονται, και ιδρύουν εταιρείες συνωμοσίας προκειμένου να ανατρέψουν την κυβερνούσα φατρία και να ανακτήσουν την εξουσία.
Η κοινωνική θέση των βιοτεχνών, των εμπόρων και των τεχνιτών, ενισχύθηκε ιδιαίτερα μετά την επικράτηση της νομισματικής οικονομίας. Οι εύπορες κοινωνικές ομάδες, αξιώνουν τη συμμετοχή τους στην άσκηση εξουσίας, και στην απόκτηση πολιτικών δικαιωμάτων, ενώ «ο όχλος» αιτείται την ανακατανομή της γης και την κατάργηση των χρεών.
Η άμυνα των πόλεων ήταν ως τότε υπόθεση των ευγενών/ιππέων οι οποίοι κατείχαν όπλα και άλογα. Όμως, λόγω των συνεχών πολέμων για την υπεράσπιση των πόλεων, μέρος της άμυνας ανατέθηκε σε εύπορους πολίτες της μεσαίας τάξης, που είχαν την οικονομική δυνατότητα να εξοπλιστούν.
Η στρατιωτική καινοτομία, γνωστή ως οπλιτική φάλαγγα, έδωσε ένα ακόμη επιχείρημα, για τη διεκδίκηση της ισότητας στα θέματα άσκησης εξουσίας. Η εμφάνιση της οπλιτικής φάλαγγας, οδηγεί τους οπλίτες στη συνειδητοποίηση της συμβολής τους στην ανεξαρτησία της πόλης, και στη διεκδίκηση δικαιωμάτων ισότιμης συμμετοχής στη διακυβέρνησή της.
Οι ευγενείς λόγω της οξυμένης κατάστασης, αναγκάζονται να προχωρήσουν στην κωδικοποίηση του εθιμικού δικαίου. και ορίζουν το καθήκον της καταγραφής των νόμων σε νομοθέτες κοινής αποδοχής, από την τάξη των ευγενών. Στην Αθήνα οι κοινωνικές συγκρούσεις, διεύρυναν σταδιακά το κοινωνικοπολιτικό σώμα, κυρίως μέσω των μεταρρυθμίσεων του Δράκοντα, ο οποίος εισήγαγε ένα κοινό δίκαιο για όλους, παρέχοντας πολιτικά δικαιώματα και σε χαμηλότερου εισοδήματος τάξεις, εφόσον διέθεταν οπλισμό.
Έτσι, εδραιώνεται μια μορφή ολιγαρχίας, της οποίας η βάση είναι ευμετάβλητη και επιτρέπει ανατροπές στην κοινωνική ιεραρχία και πλέον η συμμετοχή στη διακυβέρνηση της πόλης, γίνεται όχι βάσει της καταγωγής, αλλά με οικονομικά κριτήρια. Η άμβλυνση των κοινωνικών διαφορών όμως δεν επετεύχθη, αφού οι νόμοι συνέχισαν να εξυπηρετούν κυρίως τα συμφέροντα των ευγενών, και οι καλλιεργητές εξακολουθούσαν να στερούνται τη δυνατότητα ανάκτησης της προσωπικής τους ελευθερίας.
Τη λύση έδωσε προσωρινά ο Σόλων, που κλήθηκε να αναλάβει το νομοθετικό έργο, με στόχο το γενικό συμφέρον και τις μετατροπές των δομών. Το πολίτευμα έγινε τιμοκρατικό, αφού πλέον το εισόδημα προσδιόριζε τις υποχρεώσεις και τα αξιώματα του πολίτη. Ο θεσμός της υποδούλωσης για χρέη απαγορεύτηκε, ενώ επαναφέρθηκαν στην πατρίδα τους οι αυτοεξόριστοι λόγω εξαθλίωσης, καθώς και οι μεταπωληθέντες δούλοι.
Οι οπλίτες, απέκτησαν ενεργό ρόλο στα ζητήματα της πόλης, όμως ο αποκλεισμός τους από πλήρη πολιτικά δικαιώματα, διατάραξε ξανά την κοινωνική γαλήνη, για την αποκατάσταση της οποίας, οι άρχοντες μοιράστηκαν τα αξιώματα, με ποσοστιαία εκλογή ανάμεσα στις τάξεις των πολιτών. Ο αιτούμενος ισομερής αναδασμός της γης απορρίφθηκε, όμως συντάχθηκαν νόμοι που ίσχυαν για όλους.
Παρά τις μεγάλες αλλαγές, καμία κοινωνική ομάδα δεν ήταν ικανοποιημένη. Το πλήθος εξακολουθούσε να αντιμετωπίζει οικονομικοκοινωνικά προβλήματα, και τη δυσαρέσκειά τους, έσπευσαν να πυροδοτήσουν επίδοξοι ηγέτες της τάξης των ευγενών, προκειμένου να εγκαθιδρύσουν προσωποπαγή εξουσία με τη μορφή της τυραννίας. Κάποιοι απ’ αυτούς κατέλαβαν την εξουσία, όντες υψηλά στην στρατιωτική ιεραρχία, πράγμα που συνέδεσε την άνοδό τους στην εξουσία, κατόπιν ενδεχόμενης στήριξης από τους οπλίτες.
Αρκετοί από τους τυράννους, βελτίωσαν τις συνθήκες διαβίωσης του πλήθους, και ανέπτυξαν σε διάφορους τομείς τις πόλεις τους, παρά ταύτα, τις διαθέσεις των πολιτών προς την τυραννία, καθιστούν σαφείς, οι δολοφονικές απόπειρες εναντίον τους, καθώς και η ίδια η πτώση τους. Οι αναταραχές που προκλήθηκαν δεν ήταν παντού το ίδιο σφοδρές, όμως άνοιξαν το δρόμο που θα οδηγούσε σταδιακά σε μια κοινωνία ομοίων.
Μετά την περίοδο της τυραννίας, κάποιες πόλεις-κράτη επανέφεραν τα ολιγαρχικά πολιτεύματα, ενώ κάποιες άλλες, προχώρησαν σε πολιτικές μεταρρυθμίσεις.
Στην Αθήνα, ο Κλεισθένης, ενσωμάτωσε τους δήμους στις φυλές, επιφέροντας ισορροπία στην πολιτική αντιπροσώπευση, και στη στρατιωτική συνεισφορά, ενώ αποσύνδεσε την πολιτική, από την οπλιτική ιδιότητα, συνεισφέροντας σημαντικά στη θεμελίωση του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Κείμενο: Πηνελόπη Ν. Δάλλη
Πηγές:
Α. Μαστραπάς, Η πόλη-κράτος, στο Θ. Βερέμης κ.ά., Ελληνική Ιστορία Α: ο αρχαίος ελληνικός κόσμος, Πάτρα 2002, ΕΑΠ.
C. Mossé, A. Schnapp-Gourbeillon, Επίτομη Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας (2000-31 π.Χ.), μετάφραση Λ. Στεφάνου, Εκδόσεις Παπαδήμας, Αθήνα 1999.
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Β: Αρχαïκός Ελληνισμός, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1971.
J. M. Hall, Αρχαία ελληνική ιστορία. Η αρχαϊκή εποχή: 1200-479 π.Χ. (μτφ. Ι. Κ. Ξυδόπουλος), Εκδόσεις Ζήτη, Θεσσαλονίκη 2013.