Μνήμες Ελληνισμού

View Original

Τα αίτια του αποικισμού και η συμβολή του στην οικονομική εξέλιξη των αρχαίων πόλεων

Η οργανωμένη αποικιακή εξάπλωση των Ελλήνων, κατά τους αρχαϊκούς χρόνους, ήταν απόρροια μιας σειράς κρίσεων στις μητροπόλεις. Οι αποικίες που ιδρύθηκαν, αναπτύχθηκαν με γοργό ρυθμό, έγιναν ανεξάρτητες και ισχυρές, και αποτέλεσαν την αφορμή για μια σειρά από σημαντικές μεταβολές, σε διάφορα επίπεδα. Μέσα σε δύο αιώνες, οι Έλληνες, έχουν ήδη γίνει κυρίαρχοι στις θάλασσες και στο εμπόριο, από τον Καύκασο μέχρι τις Ηράκλειες Στήλες.

Η κοινωνικοπολιτική συγκρότηση των πόλεων-κρατών, συνδέθηκε με την πτώση της βασιλείας, και την άνοδο της αριστοκρατίας. Οι ευγενείς, βασίζοντας την ανωτερότητά τους, σε καταγωγή, γαιοκτησία και οικονομική ευρωστία, σταδιακά ισχυροποιήθηκαν στην πολιτική.

Η πληθυσμιακή έκρηξη των πόλεων, οδήγησε στην ανεπάρκεια των εκτάσεων της καλλιεργήσιμης γης, η οποία δεν απέδιδε το μέγιστο, λόγω έλλειψης εξειδίκευσης και πόρων για τη σωστή εκμετάλλευσή της. Οι περισσότερες δε, από τις ήδη περιορισμένες εκτάσεις, ήταν ανισομερώς κατανεμημένες, προς όφελος των ευγενών.

Οι «άριστοι» δεν καλλιεργούσαν οι ίδιοι τα κτήματά τους. Ο χρόνος τους, ήταν αφιερωμένος στην άσκηση σώματος και πνεύματος, και στη διατήρηση της πολεμικής τους ετοιμότητας. Αρκετοί από τους καλλιεργητές και τους ακτήμονες, στράφηκαν προς τη ναυτιλία, το εμπόριο και τη βιοτεχνία, καταφέρνοντας να αποκτήσουν μεγάλα εισοδήματα και προνόμια -όχι όμως και την απόλυτη εξίσωση με τους ευγενείς- ενώ μερίδα του «πλήθους» περιέπιπτε σε κατάσταση δουλείας, εξαιτίας χρεών, προς τους γαιοκτήμονες.

Η δυσαρέσκεια εξαιτίας της ακραίας ανισότητας, διατάραξε την ισορροπία των πόλεων. Η κάθε πόλη-κράτος, προσπαθούσε να βρει διέξοδο από την κρίση, με διάφορους τρόπους. Οι επικρατέστεροι, ήταν η ενίσχυση της βιοτεχνίας και του εμπορίου, οι κατακτητικοί πόλεμοι, και η ίδρυση αποικιών.

Οι εσωτερικοί πολιτικοί παράγοντες, η προσδοκία απόκτησης περισσότερων εύφορων εδαφών, η ανεπάρκεια πρώτων υλών, και ιδιαιτέρως μετάλλων που απαιτούνταν για την κατασκευή όπλων και εργαλείων, καθώς και η αναζήτηση νέων αγορών για την ανάπτυξη του εμπορίου, έδιναν ολοένα και περισσότερα κίνητρα για αποικιακές κινήσεις.

Άλλωστε, οι πιθανές περιοχές για νέα μόνιμη εγκατάσταση, ήταν ήδη γνωστές, και οι μελλοντικοί άποικοι ήταν εξοικειωμένοι με τα θαλάσσια ταξίδια, και ως προς την εμπειρία, και ως προς τη νοοτροπία.

Η αποικιακή εξάπλωση των Ελλήνων, είχε ως αποτέλεσμα την ευρεία διάδοση του ελληνικού πολιτισμού σε όλα τα επίπεδα ενώ η καθημερινή τους επαφή με ποικίλα γνωστικά αντικείμενα, και η ανάπτυξη του εμπορίου, συνετέλεσαν στη διεύρυνση της εργασιακής εξειδίκευσης, και στην αύξηση της παραγωγής.

Τα προϊόντα των ελληνικών εργαστηρίων, άρχισαν να ελκύουν διάφορους λαούς, που τα προμηθεύονται με αντάλλαγμα μέταλλα και άλλα προϊόντα. Οι άποικοι, αξιοποίησαν τον φυσικό πλούτο των περιοχών της εγκατάστασής τους, και εξήγαν είδη διατροφής, πρώτων υλών και δούλων, προς τις μητροπόλεις τους, αλλά και αλλού, ενώ εισήγαν αγροτικά και βιοτεχνικά προϊόντα.

Η πρόοδος που παρατηρήθηκε στη μεταλλοτεχνία, έδωσε στον αμυντικό εξοπλισμό, μεγαλύτερη άνεση και προστασία. Ολόκληρα συνεργεία κατασκευών, μετακινούνταν σε διάφορες περιοχές, ευνοώντας από οικονομική άποψη τις πόλεις τους.

Το ελληνικό εμπόριο, η βιοτεχνία και η ναυσιπλοΐα, κυριάρχησαν στη Μεσόγειο. Οι περισσότεροι έμποροι είχαν παράλληλα την ιδιότητα του πλοιοκτήτη, και πραγματοποιούσαν οι ίδιοι τη μεταφορά και τη διάθεση των προϊόντων, στα διάφορα λιμάνια.

Έτσι όμως οι αγορές περιορίζονταν, τόσο χρονικά όσο και ποσοτικά, ώσπου εμφανίστηκαν οι «κάπηλοι» που απετέλεσαν σταθμό στην ιστορία του εμπορίου αφού μεταπωλώντας τα προϊόντα σε σταθερά σημεία πώλησης, κάλυψαν την αδιάκοπη ζήτηση σε όγκο και ποικιλία.

Η βιοτεχνική και εμπορική εξέλιξη καθώς και η ανάπτυξη της ναυτικής δύναμης, οδήγησε στην ανάγκη για πολλά και φθηνά εργατικά χέρια, και ενίσχυσε σημαντικά το θεσμό της δουλείας. Παράλληλα, ενισχύθηκε ο θεσμός της παροχής, έναντι μισθού, στρατιωτικών υπηρεσιών.

Μέσω της αποικιστικής εξάπλωσης, η οικονομική κρίση αντιμετωπίστηκε επιτυχώς, το εμπόριο εξελίχθηκε, και πλέον απαιτούσε ένα νέο μέσο ανταλλαγής. Τα σφαιρίδια μετάλλων που έπρεπε να ελέγχονται σε κάθε συναλλαγή, αντικαταστάθηκαν από μέταλλα, σφραγισμένα από το κράτος, με επικυρωμένη αξία ανά τεμάχιο.

Το νόμισμα διευκόλυνε το εμπόριο, και κάλυψε τη γενικότερη ανάγκη αποτίμησης αγαθών και υπηρεσιών, την είσπραξη φόρων, τον καθορισμό προστίμων και τις αμοιβές των μισθοφόρων. Δεν επρόκειτο απλά για μια καινοτομία διευκόλυνσης των οικονομικών σχέσεων της εποχής, αλλά το βασικό μέσο συναλλαγής που εξακολουθεί ως σήμερα να καθορίζει την παγκόσμια οικονομία. Μέσω του νομίσματος, οι πόλεις, είχαν επιπλέον την ευκαιρία, να προβάλλουν την πολιτική τους ανεξαρτησία, και έμμεσα να διαμορφώσουν την πολιτική συνείδηση των κατοίκων.

Οι εμπορικές επιχειρήσεις, σε ιδανικές συνθήκες απέφεραν μεγάλα κέρδη, όμως συχνά, υπήρχαν απώλειες του εμπορεύματος, του μεταφορικού μέσου, αλλά και του ίδιου του εμπόρου. Προκειμένου λοιπόν να εξασφαλιστούν οι δανειστές, εναντίον των κινδύνων, τα δάνεια έγιναν έντοκα, με σημαντικό ύψος τόκων, αφού τα κεφάλαια ήταν σπάνια, τα προσδοκώμενα κέρδη σημαντικά, και τα ναυάγια, καθώς και οι πειρατικές επιθέσεις, συχνά φαινόμενα. Ο τόκος καθιερώθηκε δε, και στα αγροτικά δάνεια.

Η ανάπτυξη του δευτερογενούς και του τριτογενούς τομέα, καθώς και η δυνατότητα εργασίας στο πλαίσιο της μισθοφορίας, οδήγησαν σε αύξηση του πληθυσμού, παρά τις μεγάλες διαστάσεις που είχε πάρει ο αποικισμός. Οι περισσότεροι ακτήμονες, εργάζονταν ως ανειδίκευτοι εργάτες, τεχνίτες και ναύτες.

Η απόδοση των καλλιεργημένων εκτάσεων αυξήθηκε, καθώς και οι εισαγωγές τροφίμων. Τα κέρδη επενδύονταν σε πλοία και δούλους, και ξοδεύονταν στην αγορά πολυτελών καταναλωτικών αγαθών, στη διασκέδαση και γενικότερα στην επίδειξη πλούτου των εχόντων.

Η κοινωνική θέση των βιοτεχνών, των εμπόρων και των τεχνιτών, ενισχύθηκε ιδιαίτερα μετά την επικράτηση της νομισματικής οικονομίας και η οικονομική ανάπτυξη, ως απόρροια της εμπορικής ακμής της περιόδου αυτής, έφερε την προσδοκώμενη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου.

Ο αποικισμός οδήγησε στην ανάπτυξη του εμπορίου, συνεισέφερε στην ανταλλαγή πολιτισμού και τεχνογνωσίας ανάμεσα στους πληθυσμούς, και επηρέασε σημαντικά ολόκληρο τον Μεσογειακό κόσμο σε διάφορα επίπεδα.

Η οικονομική ανάπτυξη, ως απόρροια της εμπορικής ακμής της περιόδου αυτής, έφερε μεν την προσδοκώμενη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, παράλληλα όμως έπαιξε αποσταθεροποιητικό ρόλο στις ελληνικές κοινωνίες.

Πληροφοριες για την κοινωνικοπολιτικη κριση ως συνεπεια του αποικισμου, εδω: https://mnimesellinismou.com/180469509264/koinoniki-politiki-krisi

Κείμενο: Πηνελόπη Ν. Δάλλη

Πηγές

  • Α. Μαστραπάς, Η πόλη-κράτος, στο Θ. Βερέμης κ.ά., Ελληνική Ιστορία Α: ο αρχαίος ελληνικός κόσμος, Πάτρα 2002, ΕΑΠ.

  • C. Mossé, A. Schnapp-Gourbeillon, Επίτομη Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας (2000-31 π.Χ.), μτφ Λ. Στεφάνου, Εκδόσεις Παπαδήμας, Αθήνα 1999.

  • Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Β: Αρχαïκός Ελληνισμός, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1971.

  • J. M. Hall, Αρχαία ελληνική ιστορία. Η αρχαϊκή εποχή: 1200-479 π.Χ. (μτφ. Ι. Κ. Ξυδόπουλος), Εκδόσεις Ζήτη, Θεσ/νίκη 2013.

  • UoP eClass, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου (https://eclass.uop.gr)

  • Ιόνιο Πανεπιστήμιο (https://ionio.gr/en/news/13753/)

  • ΥΠΕΘ Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, CD ROM Οργανισμού Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων